Ο Robert Maxwell δεν υπήρξε, σε καμία περίπτωση, ένας συνηθισμένος εκδότης. Αντιθέτως, πίσω από το αισθητικά αποκρουστικό σαρκίο του, έκρυβε πολλά… Γεννήθηκε στην Τσεχοσλοβακία μπατίρης. Η ανέχεια, η υποτίμηση και οι προσβολές έγιναν το καύσιμο για μια εντυπωσιακή εξέλιξη, με την οποία ο Bob πήρε το αίμα του πίσω. Στη Βρετανία, τη χώρα της αξιοκρατίας, κατέφυγε ο νεαρός Bob στην τρυφερή ηλικία των 17 ετών. Εκεί ξεδίπλωσε το σπάνιο ταλέντο του για δημιουργία και έτσι, αυτό το λαγωνικό του χρήματος, μπόρεσε να στήσει την εκδοτική αυτοκρατορία του. Αγόρασε, στις αρχές των ’50s, τον ασήμαντο τότε εκδοτικό οίκο Pergamon Press, τον οποίο κατάφερε, μετ’ ου πολύ, να μετατρέψει σε κολοσσό… Το χρήμα άρχισε να βαραίνει ευχάριστα τις τσέπες του Bob, το οποίο και εξόδευε χωρίς ενοχές – κυρίως για φαΐ… Αυτό ήταν που έλειπε χρόνια στον Bob και αυτό ποθούσε, δεδομένου ότι τα άγουρα χρόνια της παιδικής ηλικίας τα επέρασε με λίγο ψωμί (Την εικόνα, μάλιστα, της παιδικής αυτής μιζέριας μπορεί να περιγράψει, με απαράμιλλη ενάργεια, το εκλεκτό στιχούργημα του τέως υπουργού του ΠΑΣΟΚ Γεωργίου Πέτσου: Μάνα δεν έχει άλλο τυρί/Φέρε το χθεσινό που πέρσεψε ψωμί – ή κάπως έτσι…). Έτρωγε μέχρι σκασμού – κυρίως πολύ αργά το βράδυ και, μάλιστα, πολύ κοτόπουλο, που ήταν κι η αδυναμία του... Οι καθαρίστριες του γραφείου του έχουν αποκαλύψει ότι, σχεδόν κάθε πρωί, όταν καθάριζαν το γραφείο του, έβρισκαν πεταμένα στη μοκέτα κόκαλα από μισή ντουζίνα κοτόπουλα, τα οποία συνήθιζε να ξεκοκαλίζει μόνος του…
Στα ’60s, ο Bob θέλησε κι αυτός να προσφέρει στον σοσιαλισμό. Προσέφερε, λοιπόν, τις υπηρεσίες του στο κόμμα των Εργατικών, με τη σημαία του οποίου μπόρεσε, για ένα φεγγάρι, να εκλεγεί και βουλευτής. Επιθύμησε σφόδρα να μπει στο μάτι της καλής κοινωνίας της Βρετανίας (και ειδικά του μεγάλου ανταγωνιστή του, Rupert Murdoch) και έτσι, προκειμένου να τους δείξει τι εστί βερίκοκο, αγόραζε εφημερίδες με το τσουβάλι… Daily Mirror, Sunday Mirror, Sunday Mail κ.α. ενετάχθησαν στο εκδοτικό οπλοστάσιο του σοσιαλιστή μεγαλοεκδότη, ο οποίος δημιούργησε και την – πρωτοποριακή για την εποχή – The European [αφού είχε αγοράσει και τον διάσημο εκδοτικό οίκο Macmillan (US)].
Κατηγορήθηκε για τις τουλάχιστον περίεργες επιχειρηματικές τακτικές του, ωστόσο δεν σήκωνε κριτική από τον Τύπο, ξεκωλώνοντας στις μηνύσεις και τις αγωγές κάθε Μέσο που επιχειρούσε να τον εγκαλέσει στην τάξη. Δεν θα μπούμε στις λεπτομέρειες περί των επιχειρηματικών υποθέσεων, το βέβαιον, όμως, είναι ότι ο Bob λειτούργησε εις βάρος των λοιπών (μικρών και μεγάλων) μετόχων και εργαζομένων των επιχειρήσεών του. Έντονες οι φήμες που τον συνόδευαν (αφού ήταν και εβραϊκής καταγωγής), σύμφωνα με τις οποίες υπήρξε πράκτωρ της Mossad (ακούς Σπύρο Χατζάρα;). Το χόμπι του ήταν να υποτιμά τα διευθυντικά στελέχη των εφημερίδων του και να τους δίνει την ευκαιρία να επιδείξουν την οσφυοκαμψία και δουλοπρέπειά τους (κάτι θα ήξερε ο άνθρωπος…) Χαρακτηριστικό του ότι έμπαινε πάντα στους κλειστούς χώρους με το επανωφόρι του ριγμένο χαλαρά στους ώμους, και εστέκετο ακίνητος για μερικά δευτερόλεπτα αρνούμενος να καθήσει, μέχρις ότου ο διευθυντής της εφημερίδας έλθει και, με σεβασμό, του αφαιρέσει το παλτό από τους ώμους και το εναποθέσει στην κρεμάστρα…
Συνήθειά του, επίσης, όταν προσγειωνόταν με το ελικόπτερό του στη στέγη της εκδοτικής του επιχείρησης, να κατεβάζει το φερμουάρ και να ρίχνει ένα περιποιημένο κατούρημα. «Είναι σαν να κατουράω τους αναγνώστες μου» έλεγε, ορθότατα, ο ιδιόρρυθμος εκδότης, έχοντας αντιληφθεί το νοητικό επίπεδο της πελατείας του. Μιας και αναφερθήκαμε στην ούρηση, να τονίσουμε, αναφερόμενοι και στην αφόδευση, ότι, όπως αναφέρει ο συγγραφέας W. Donaldson, οι καθαρίστριες αντίκριζαν, κάθε μέρα που πήγαιναν να καθαρίσουν την τουαλέτα του, ένα απερίγραπτο θέαμα με ούρα και ακαθαρσίες ολούθε… Ποιος είπε, όμως, ότι ο περί ου ο λόγος, δεν φρόντιζε τον εαυτό του με όρους αισθητικής; Το ακριβώς αντίθετο. Ο εκδότης Bob είχε την ματαιόδοξη συνήθεια να βάφει τα μαλλιά του. Τα έβαφε, μάλιστα, τόσο έντονα και εντυπωσιακά, ώστε καμιά παρερμηνεία επί του θέματος δεν θα μπορούσε να υπάρξει σε όσους τον αντίκριζαν…
Τον Νοέμβριο του 1991, όταν απέθανε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες (άλλοι μιλούν για φόνο, άλλοι για αυτοκτονία) πέφτοντας από το yacht του, Lady Ghislaine, στις Κανάριες Νήσους και το πτώμα ευρέθη αργότερα να πλέει στον Ατλαντικό, ένα πράγμα εντυπωσίασε τους διασώστες αλλά και τους ιατροδικαστές: το βάψιμο της κόμης του πτώματος ήταν τόσο καλής ποιότητας, ώστε είχε παραμείνει έντονο και αναλλοίωτο παρά την υγρή ταλαιπωρία…