Αφήσαμε να περάσει η χθεσινή ημέρα εορτασμού της εθνικής παλιγγενεσίας και να κατακαθίσει το μπάφιασμα από την κατάποση μπακαλιάρου και σκορδαλιάς, προτού την τιμήσουμε κι εμείς, με τη σειρά μας, δια της φιλοτεχνήσεως του πορτρέτου ενός πραγματικού πατριώτη. Οι πατριώτες, βέβαια, αφθονούν σε τούτη τη χώρα (οι κατ’ επάγγελμα, τουλάχιστον…) και η επιλογή οδυνηρά δύσκολη (ποιον να πρωτοθυμηθεί κανείς: Νεοκλή Σαρρή, Μαρία Τζάνη, Σαράντο Καργάκο, Παναγιώτη Κρητικό, Δημήτρη Ιατρόπουλο, Γιάννη Τριάντη, Χρήστο Πασαλάρη ή μήπως Φιλοκλή Ασημάκη; Ατέλειωτος ο κατάλογος…). Τελικώς, αναπόφευκτα, το κριτήριο των βαμμένων μαλλιών πρυτάνευσε και το ιστολόγιό μας με υπερηφάνεια παρουσιάζει έναν – πρώτα και πάνω απ’ όλα – μεγάλο πατριώτη: τον δικηγόρο – και αποτυχόντα βουλευτή – Αντώνη Φούσα…
Ο Αντώνης είναι γέννημα θρέμμα της αγνής ελληνικής επαρχίας. Της γης που γεννά αναστήματα... Και αυτό φαίνεται από την ευφυία του, αν και ορισμένοι την χαρακτηρίζουν ως απλή κουτοπονηρία. Εμείς αυτό δεν μπορούμε να το δεχτούμε. Πρώτον, διότι η κουτοπονηρία δεν θάλλει στην αγνή επαρχιώτικη γη (το ακριβώς αντίθετο) και δεύτερον γιατί, όπως έλεγε και ο μακαρίτης Βασίλης Ραφαηλίδης (ο και ως συν-πανελίστας του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου διακριθείς), «η πονηρία είναι το όπλο των κουτών, γιατί οι έξυπνοι δεν την χρειάζονται – έχουν απλώς την ευφυία»… Αν αυτό ισχύει για την σκέτη πονηρία, πόσο μάλλον για την κουτο-πονηρία… Όπως και να’ χει, ο Αντώνης «φωνάζει» την καταγωγή του από μακριά. Κεφάλι ογκώδες, μακρύ, παραλληλόγραμμο, επίπεδο στο πάνω μέρος – και να μην γνώριζες το βιογραφικό του, θα έβρισκες στο άψε-σβήσε ποιος τόπος είναι υπεύθυνος για την γέννηση του ανδρός… Ο πλατυκέφαλος και δολιχοκέφαλος αυτός άνδρας κατάγεται από την εύανδρο Ήπειρο και πιο συγκεκριμένα από τα Ιωάννινα (χωριό Ρεπετίστα, στον εξωτικό Άνω Καλαμά). Φτωχή περιοχή – από τις φτωχότερες της Ευρώπης – αλλά πλούσια σε φαιά ουσία - και πατριωτική ευαισθησία... Αν σκεφτεί κανείς ότι και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μας (ο και ως δανειστής του Ανδρέα διακριθείς) Κάρολος Παπούλιας (ουπς, μήπως είναι «θεσμός» και πρέπει να τον αφήσουμε εκτός σχολιασμού;), με την γνωστή και αδιαφιλονίκητη πατριωτική υπερευαισθησία, έλκει την καταγωγή του από τον ίδιο (άγονο) τόπο, μπορούμε να καταλάβουμε για τι πατριωτικό φρόνημα μιλάμε… Πτωχός, λοιπόν, τόπος και κακοτράχαλος, ανάγκασε τον νεαρό Αντώνη να πάρει το δισάκι του και να κατέβει στην πρωτεύουσα. Δύσκολη η ζωή στο κλεινόν άστυ, αλλά η πονηρία και το πάθος για διάκριση και προκοπή του νεαρού επαρχιώτη άνοιξε σταδιακά τις πόρτες της επιτυχίας...
Ο μικρός Αντώνης, λοιπόν, ανδρώθηκε και, αποφοιτώντας από τη Νομική σχολή του Αθήνησι, «αρχίνισι» (όπως λένε το άρχισε στα μέρη εκείνα) να δικηγορεί δημιουργώντας αξιοζήλευτη καριέρα (με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό στον ωραία Ελλάδα…). Κατάφερε να χτίσει όνομα – αυτό πρέπει να το διαλαλήσουμε. Ωστόσο, ουδέποτε κατάφερε να ξεπεράσει τον ακατανίκητο φθόνο, που τον κατέτρωγε σαν σαράκι, απέναντι σε δικηγόρους «αστικής» προελεύσεως, όπως τον, και ως συνήγορο του δικτάτορος Ιωαννίδη διακριθέντα, Κον Αλφαντάκην (υπερήφανο ιδιοκτήτη στρατιάς αυτοκινουμένων οχημάτων Maserati) και – κυρίως – τον αριστοκρατικό «Αλέκο» των δικαστικών αιθουσών, τον ευθυτενή και υπέρκομψο Αλέξανδρο Λυκουρέζο.
Ειδικώς δε απέναντι στον δεύτερο, ο φθόνος φθάνει σε επίπεδα δυσθεώρητα… Τον Αντώνη τον εκνευρίζει πολλά (κυπριακή διάλεκτος) η «αριστοκρατική» στόφα του ανδρός – το κλασσικά υπέρκομψο (ή υπέρκομψα κλασσικό) στυλ του... Στυλ anglais, λανσαρισμένο με αξιοσημείωτη επιτυχία. Κοστούμια στενής γραμμής ή σακάκια tweed (με suede patches στους αγκώνες) με κομψά, στενά, αγγλικού στυλ παντελόνια, ακριβές τιράντες με δερμάτινα «τελειώματα», φίνα κασμιρένια πουλόβερ (σε έντονα χρώματα) μέσα από το σακάκι, bold stripes υποκάμισα με cutaway collars ή tab collars ή (σπανιότερα) pin collars, ενίοτε δε και υπέροχα tattersall country shirts, συνοδευόμενα από κομψότατα suede, καφέ χρώματος, υποδήματα "chukka boots". Τι να αντιπαραθέσει μπροστά σε αυτό το μνημείο κομψότητας ο Αντώνης με τα βαρετά και προβλέψιμα γκρι κοστούμια, τα ανιαρά και ανέμπνευστα λευκά υποκάμισα με τους μυτερούς γιακάδες, τις αταίριαστες γραβάτες και τα βαρετά μέχρι θανάτου... Sebago (που φορά μέρα νύχτα και ο Δημήτριος Αβραμόπουλος… - Στιλιστικό tip, επί τη ευκαιρία: αγόρια της βουλής και των δικαστηρίων, δεν φορούμε «παντοφλέ» υπόδημα ή μοκασίνι – Sebago ή άλλο – με κοστούμι. Μόνο δετό υπόδημα – εκτός κι αν είμαστε ο Γιώργος Τράγκας, οπότε μπορούμε να συνταιριάξουμε άνετα, όπως έχουμε δείξει και σε παλαιότερη ανάρτηση, κοστούμι ακόμη και με… πέδιλο).
Στα δικαστήρια, βεβαίως, εν ώρα αγορεύσεως, δύσκολα τον καταλαβαίνει κανείς τον Αντώνη… Το ίδιο και, κατά το παρελθόν, όταν αγόρευε από του βήματος της βουλής. Η βαριά ηπειρώτικη προφορά, το φάγωμα των φωνηέντων, χαρίζει στην ομιλία του επαρχιώτου θεμιστοπόλου ένα χαρακτηριστικότατο τοπικό ηχόχρωμα… Κερδίζει, όμως, τελικά τις εντυπώσεις, γιατί η χάρις των κινήσεων, η ουσία των επιχειρημάτων, καθώς και το φλογερό πάθος κατά την υπεράσπιση των θέσεών του κατανικά κάθε άλλο handicap. Τώρα πια, την ομιλία του ανδρός (με την ελαφρά εκτόξευση σιέλου κατά τη διάρκεια της αγορεύσεως, όταν «κρεσεντάρει») την απολαμβάνουν μόνον οι άνθρωποι των δικαστηρίων, καθότι ο Αντώνης δεν μπόρεσε, δυστυχώς, να επανεκλεγεί βουλευτής. Οι πατριωτικές δυνάμεις απώλεσαν έναν δυναμικό εκπρόσωπο, αλλά ο χώρος των δικαστηρίων γεύτηκε την «ολική επαναφορά» της δικηγορικής δεξιότητος του Αντώνη...
Η πατριωτική ευαισθησία του Αντώνη, πάντως, αποτελεί και το σήμα κατατεθέν του. Θυμόμαστε ότι η έγκριτη εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ είχε αναφέρει, σε ανύποπτο χρόνο, ότι ο Αντώνης, κατά τη διάρκεια κρουαζιέρας [ή κρουαζέρας (sic), όπως συνηθίζει να την αποκαλεί], ατενίζοντας από μακριά την αλβανική γη, εβλήθη από πατριωτικό οίστρο και… εβούτηξε από το σκάφος, με πάθος, στα παγωμένα ελληνικά νερά, αλαλάζοντας: «εμπρός, να πάρουμε πίσω τη Βόρειο Ήπειρο!». Τελικώς, τον περισυνέλλεξαν και τον συνέφεραν με τσάι, ζεστή κουβέρτα και κονιάκ… Ο Αντώνης έχει μερικά μικρά χαρακτηριστικά που του χαρίζουν μια αισθητική ιδιαιτερότητα. Εκτός από την βαρετή «δικηγορίστικη» ενδυμασία και την ελαφρά «κατάβρεξη» την ώρα που μιλά, έχει την όχι και τόσο κομψή συνήθεια να ξύνει το αυτί του τοποθετώντας στο εσωτερικό του το μικρό του δάκτυλο κάνοντας έντονες κινήσεις, τις οποίες συνοδεύει με facial έκφραση ανείπωτης ικανοποιήσεως... Επίσης, βάφει επιμελώς, σε κομοδινί απόχρωση, το ελάχιστο μαλλί του… Όλοι μακαρίζουμε την ηπειρώτικη γη που έβγαλε ένα τόσο μεγάλο κεφάλι…