Thursday, August 9, 2012

Και οι μεγάλοι κάποτε πεθαίνουν…



 

Ο αδόκητος θάνατος των αγωνιστών Λευτέρη Βερυβάκη και Γιώργου Κατσιφάρα ξάφνιασε δυσάρεστα τους πανέλληνες. Βάσκανος μοίρα συνωμότησε εναντίον της Ελλάδος αποστερώντας την, περίπου ταυτοχρόνως και σίγουρα προώρως, από δύο διακεκριμένες προσωπικότητες της μεταπολιτευτικής περιόδου. Σε ηλικία μόλις 77 ετών αμφότεροι ετελεύτησαν τον βίο, σκορπώντας θλίψη στο πανελλήνιο. Είχαν, δυστυχώς, πολλά ακόμη να δώσουν…


Ο Λευτέρης αποτελούσε, από την δεκαετία του ’80, την αιχμή της Αλλαγής. Από τους πιστούς θεματοφύλακες του σοσιαλισμού, έδωσε μάχες για ένα καλύτερο αύριο για τον Λαό και τον τόπο. Και τις κέρδισε. Με το λεβέντικο μουστάκι του (το πιο υπερήφανο μεταπολιτευτικό μουστάκι μαζί με αυτό του μπαρμπα-Γιάννη Χαραλαμπόπουλου) και την αντισυμβατική εμφάνισή του, γέννησε ελπίδες ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να μπει, επιτέλους, σε μια Κολοκοτρωναίικη ρότα αξιοπρέπειας και λεβεντιάς. Στομφώδης και θεατράλε αλλά κρυστάλλινος και μεστός ο Βερυβάκειος λόγος, σε κέρδιζε από την πρώτη στιγμή και μέχρι τέλους. Συνεπής ιδεολογικοπολιτικά ο Λευτέρης. Αν και στα τελευταία χρόνια της ζωής του έδειξε κάπως να αλλάζει. Ωρίμασε. Έστρεψε το νυστέρι του από τα εσωτερικά/σοσιαλιστικά περισσότερο στα «εθνικά θέματα», αντιλαμβανόμενος ότι η Ελλάς βρίσκεται εν κινδύνω… Και έδωσε σθεναρά – και με λαμπρά αποτελέσματα – τη μάχη υπέρ των εθνικών δικαίων, διασφαλίζοντας ότι η πατρίς θα μείνει αλώβητη από κάθε εξωτερική επιβουλή. Μπορεί τα (πολλά) τελευταία χρόνια να είχε απομακρυνθεί ο Λευτέρης από την κεντρική πολιτική σκηνή· όμως, τίποτε δεν τον εμπόδιζε να δίνει δύσκολες μάχες από κανάλια-μετερίζια ελευθερίας που δοξολογούν την σοβαρότητα στην ιδεολογικοπολιτική διαπάλη, όπως το BLUE SKY, το HIGH, το EXTRA, το KONTRA κ.α. Άλλαξε, όμως, και το εύρος του προβληματισμού του: με τα χρόνια, η οπτική του κατέστη περισσότερο global. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτής της πλανητικής θεώρησης των πραγμάτων, σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι «άπαξ σοσιαλιστής πάντα σοσιαλιστής», ο Λευτέρης «γύρεψε» να δράσει και σε διεθνή κλίμακα. Γι’ αυτό σύστησε (μετά της συζύγου του) ΜΚΟ με σκοπό, μεταξύ άλλων, να σώσει τα παιδιά της Παλαιστίνης ζητώντας και κρατική επιχορήγηση. Άλλαξε, λοιπόν, και ως προς την διεθνοποίηση του προβληματισμού του ο μακαρίτης. Άλλαξε, όμως, και εξωτερικά / εμφανισιακά. Πάνε τα μακριά, μπουκλοειδή μαλλιά της πρώτης επαναστατικής περιόδου· πάει και το θεόρατο εκκεντρικό μουστάκι. Ο Λευτέρης «εκσυγχρονίστηκε». Αλλά, ευτυχώς, δεν συμβιβάστηκε…


Ως προς τα του σοσιαλισμού και του πατριωτισμού, πολλές οι ομοιότητες Γιώργου και Λευτέρη. Τους χώριζε, όμως, άβυσσος ως προς τα θέματα θεώρησης της τέχνης του ζην. Ήταν ωραίος ο Γιώργος. Ωραίος ως Έλλην. Με τα φαγητά του, με τα ουίσκια του, με τον ποδόγυρό του, με τα Κολωνάκια του. Να μην λησμονήσουμε και την περιποιημένη – πάντα σε κλασσικά πρότυπα – ενδυμασία του. Υπήρξε ένας μεταπολιτευτικός Ζορμπάς που, μετρώντας τις μέρες, τις ώρες, τα λεπτά με το κομπολόι στο χέρι, ήξερε να απολαμβάνει τη ζωή· να την γεύεται μέχρι το μεδούλι. Αναπνέοντας πάντα  Ελλάδα… Ορκισμένο γεροντοπαλίκαρο ο Γιώργος. Και πιο αλέγρος από τον Λευτέρη. Με μπόλικο χρόνο για παρέες, ξενύχτια και ατέλειωτο κουβεντολόι. Οι δυσνόητες και ατέρμονες ιδεολογικές συζητήσεις – έστω και περί σοσιαλισμού – τού προκαλούσαν χασμουρητά (λέγεται ότι, μετά τις σπουδές του, δεν είχε ανοίξει ποτέ του ούτε ένα βιβλίο). Αντιθέτως, οι αστεϊσμοί, τα ανέκδοτα, τα καλαμπούρια ήταν το φόρτε του. Ο αείμνηστος, στα στερνά του βίου του και με την ωριμότητα που του ενστάλαξε ο  χρόνος, αντιλαμβανόμενος ίσως τη ματαιότητα της ζωής και των μεγαλεπήβολων στόχων, ασχολήθηκε κατά βάση με τον ρόλο του διασκεδαστή-κομπέρ, διαλάμποντας ως γελωτοποιός κυρίως του επιχειρηματία Κοντομηνά. Το «γελωτοποιός» ας μην θεωρηθεί ως χαρακτηρισμός υποτιμητικός. Τουναντίον. Θέλει ξέχειλο ταλέντο και περίσσια χάρη για να είσαι ο «γελωτοποιός του βασιλιά». Λέγεται ότι όταν ο επιχειρηματίας έπασχε από φουσκώματα, καούρες ή δυσπεψία (από το πολύ φαγητό), τον πρώτο που καλούσε στον τηλέφωνο για να προσέλθει ώστε να του απαλύνει ανακουφιστικά τον πόνο ήταν ο Κατσιφάρας. Βέβαια, ο συμπαθέστατος Γιώργος την ήξερε τη δουλειά, την ήξερε καλά, αφού είχε μάθει τέλεια τη σχετική μαστορική, χρόνια ολόκληρα, θητεύοντας δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου. «Του κάνει πολύ γούστο του Πρόεδρου ο Γιώργος», θα σχολιάσει κάποτε ο Αντώνης Λιβάνης σε γνωστό δημοσιογράφο. Από έγκυρες πηγές, όμως, πληροφορούμαστε ότι ο καλός επιχειρηματίας σεβάστηκε τον πρώην υπουργό. Ούτε τούρτες του πέταγε, ούτε ποτήρια με νερό, όπως διάφοροι συνάδελφοί του επιχειρηματίες λ.χ. στον Εθνικό Σταρ ή στον Θανάση Ηλία προκειμένου να διασκεδάζουν την πλήξη τους. Τίποτε απ’ αυτά. Και αυτό ο Κατσιφάρας το εξετίμησε. Μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του μίλαγε με τα καλύτερα λόγια για τον παχουλό και ανθρώπινο επιχειρηματία. Κανείς δεν έχει να πει κακή κουβέντα για τον Κατσιφάρα. Ως πολιτικός υπήρξε πατριώτης και διαπρεπής. Ως άνθρωπος υπήρξε συμπαθέστατος και έξω καρδιά. Ήταν η ψυχή της παρέας, ο θυμόσοφος ευφυολόγος, ο γουστόζος χωρατολόγος. Και σοσιαλιστής μέχρι το τέλος. Όπως, άλλωστε, κι ο Λευτέρης… 

 

Ο θάνατος των δύο αυτών επίλεκτων Ελλήνων αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό. Φεύγουν, δυστυχώς, μία-μία οι τελευταίες αδέσμευτες, πατριωτικές φωνές ( σ.σ. πρόσφατα χάσαμε και τον Νεοκλή Σαρρή) αφήνοντας την Ελλάδα ορφανή, έρμαιο στη «νεοταξίτικη λαίλαπα» (© Λιάνα Κανέλλη), ξεβράκωτη απέναντι στους βυσσοδομούντες εχθρούς της, να πορεύεται τον δύσκολο και μοναχικό δρόμο που της ορίζει το πεπρωμένο της… Ζωή σ’ εμάς.