Sunday, September 16, 2012

Και δεύτερη ενέδρα στον Κώστα Μπαξεβάνη! Η ερευνητική δημοσιογραφία σε κίνδυνο…




Κώστας Μπαξεβάνης (Μπαξεβάνης είναι η σωστή απόδοση του επιθέτου· όχι Βαξεβάνης – όσο κι αν αυτό φαίνεται, περιέργως, να δυσαρεστεί τον Μπαξεβάνη). Ρεπόρτερ περιωπής. Ατρόμητος, ριψοκίνδυνος, αποκαλυπτικός. Στα χνάρια του Τεντέν, του δημοσιογράφου Μαρτέλη ή, ακόμη ακριβέστερα, του Τέντυ, του δαιμόνιου δημοσιογράφου με το καπέλο, τις περιπέτειες του οποίου απολαμβάναμε μέσα από τις σελίδες του Σεραφίνο και του Τιραμόλα. Ωστόσο, η πρόσφατη εξoμολόγησή του περί ενέδρας και κυρίως ο ευφάνταστος, μυθιστορηματικός και αυτοαναφορικός τρόπος με τον οποίον την διηγήθηκε έκανε πολλούς να αναρωτηθούν: Μήπως δεν είναι καλά ο ρεπόρτερ; Μήπως έχει δραπετεύσει στις σφαίρες εκείνες όπου κατοικεί μονίμως η φαντασία κι η αμεριμνησία; Μήπως χρειάζεται άμεση βοήθεια από εξειδικευμένους επιστήμονες; Πιστεύουμε πως όχι. Όσο κι αν κάποιοι θεώρησαν την περιγραφή της περίφημης ενέδρας ως προϊόν αχαλίνωτης φαντασίας και μίλησαν για απλά, τυχαία περιστατικά, πασπαλισμένα με απαράμιλλη υπερβολή και απροσμέτρητη γραφικότητα. Η πληροφορία για το στήσιμο και δεύτερης ενέδρας στον ίδιο δημοσιογράφο, μέσα σε λίγες μόνο μέρες, κλείνει κάποια κακόβουλα στόματα. Προκαλώντας, ταυτόχρονα, μεγάλες ανησυχίες. Ποιοι αποστρέφονται τις αποκαλύψεις; Ποιοι δεν θέλουν να λάμψει η αλήθεια;  Ποιοι επιχειρούν να κλείσουν το στόμα ενός ρεπόρτερ που, μαζί με μετρημένους στα δάχτυλα συναδέλφους του (όπως, μεταξύ άλλων, τον Σπύρο Καρατζαφέρη, τον Γιάννη Ντάσκα, τον Γιάννη Τσιριγώτη), είναι ταγμένος στο κυνήγι της αποκάλυψης; Θα ήταν, όμως, πιο φρόνιμο να αφήσουμε τον ίδιο τον ρεπόρτερ (που δεν στερείται τόλμης – ούτε και φαντασίας) να μας διηγηθεί τα πραγματικά περιστατικά.

 

Μένω σε ένα απομονωμένο σπίτι με κήπο και τρία σκυλιά στην Άνοιξη. Εκεί όπου ένα βράδυ, πριν από λίγες μέρες, μού στήσανε ενέδρα. Με κίνδυνο να χάσω τη ζωή μου! Είχα αποφασίσει για κάποιες μέρες να μην πολυκυκλοφορώ. Ο κίνδυνος βλέπετε. Το δημοσιογραφικό καθήκον, όμως, το κυνήγι της είδησης, με κάλεσε χθες το απόγευμα στο κέντρο της Αθήνας. Θα έβλεπα μια «πηγή» που θα μου έκανε σημαντικές αποκαλύψεις. Είχε στοιχεία ότι πολλοί μαγαζάτορες δεν κόβουν αποδείξεις. Παρά κάποιους εύλογους αρχικούς δισταγμούς – μεγάλο θέμα, μεγάλοι και οι κίνδυνοι – είχα αποφασίσει τελικά να κάνω το ρεπορτάζ. Με οποιοδήποτε κόστος. Αφού έλαβα όλες τις σχετικές προφυλάξεις (όπως κάνουμε εμείς οι δημοσιογράφοι του ινβεστιγκέιτιβ τζούρναλισμ), ανέβηκα στη μηχανή μου και τηρώντας όλους τους κανόνες συνωμοτικότητας κατευθύνθηκα προς το Σύνταγμα, τον τόπο του ραντεβού μου.

                                                          
Δεν κρύβω ότι ήμουν αρκετά αναστατωμένος. Τα γεγονότα της προηγούμενης εβδομάδας με την ενέδρα έξω από το σπίτι μου δεν με άφηναν να ησυχάσω. Ποιος ξέρει τι άλλο θα μπορούσε να ακολουθήσει; Είχα ενοχλήσει πολλούς. Και δεν φαίνονταν έτοιμοι να με συγχωρήσουν. Τόσες και τόσες αποκαλύψεις: Ότι οι διαφημίσεις λένε ψέματα. Ότι τα «νανοβιονικά» γιλέκα του Μάκη είναι μούφα. Ότι δημοσιογράφοι τα παίρνουν από όπου βρουν. Ότι επιχειρηματίες είναι παραδόπιστοι και διαπλεκόμενοι. Ότι εταιρίες δημοσίων σχέσεων κάνουν δημόσιες σχέσεις. Το πρώτο ανησυχητικό σημάδι μετά την ενέδρα της προηγούμενης βδομάδας δεν άργησε να φανεί. Μόλις είχα ξεκινήσει για το προορισμό μου, και λίγο πιο κάτω από το σπίτι μου η μηχανή βρήκε σε μια λακκούβα! Γερό τράνταγμα! Ποιος έσκαψε την τρύπα; Και κυρίως γιατί; Κατέβηκα και έλεγξα με προσοχή το σημείο. Κανένα στοιχείο. Έπρεπε να προσέχω. Σίγουρα έπρεπε να έχω τα μάτια μου τέσσερα (ή μήπως δεκατέσσερα;). Αποφάσισα παρ’ όλα αυτά να συνεχίσω. 


Είχα βγει πια στην Κηφισίας. Καθώς την κατέβαινα, παρατήρησα κάτι ύποπτο: δίπλα μου πολύς κόσμος. Ύποπτος κόσμος. Μέσα σε αυτοκίνητα. Πάνω σε μηχανάκια. Αλλά και στα πεζοδρόμια. Τι γύρευαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι γύρω μου; Αυτό με έβαλε σε υποψίες. Μήπως με παρακολουθούσαν; Μήπως επρόκειτο για παγίδα; Συνέχισα τη διαδρομή μου, αλλά αυτή τη φορά  με τις κεραίες μου πιο τεντωμένες από ποτέ. Έπρεπε να προσέχω.

 

Είμαστε λίγοι οι δημοσιογράφοι που βάζουμε το κεφάλι μας στον ντορβά για να βγάλουμε την είδηση. Γιατί δεν είμαι μόνον εγώ που κάνω ερευνητική δημοσιογραφία. Υπάρχουν και κάποιοι ξένοι συνάδελφοι που προσπαθούν να κάνουν κάτι παρόμοιο. Λίγοι, αλλά υπάρχουν. Ίσως όχι αποκαλυπτική δημοσιογραφία στα όρια, όπως κάνω εγώ, αλλά πάντως πολύ κοντά σε αυτό. Συνάδελφοι σαν τον Tom Bower, τον Andrew Jennings, τον Michael Gillard κ.α., δεν λέω, ερευνητική δημοσιογραφία κάνουν και αυτοί, αλλά κάπου σαν τελικά να φοβούνται. Σαν να βάζουν τελικά τη ζωή τους πάνω από την πλήρη αποκάλυψη της είδησης. Η αποκάλυψη, όμως – και ας το έχουν όλοι καλά στο μυαλό τους – δεν γνωρίζει όρια. Και πάνω σ’ αυτό, χωρίς να περιαυτολογώ, θα μπορούσα να τους δείξω μερικά πράγματα. Άι καν τιτς δεμ εϊ θινγκ ορ του.


Χαμένος σ’ αυτές τις σκέψεις μου συνέχισα να οδηγώ με πολλή προσοχή. Δεν θα ήταν ούτε ένα χιλιόμετρο πιο κάτω, όταν από προπορευόμενο όχημα, και ενώ προσπαθούσα από δεξιά να το προσπεράσω, από το παράθυρο του συνοδηγού πετάχτηκε ένα – αναμμένο ακόμα – αποτσίγαρο! Ο στόχος προφανής. Ευτυχώς, όμως, φορούσα κράνος. Ήταν, όμως, φανερό. Κάποιοι δεν ήθελαν να φτάσω στο ραντεβού μου. Κάποιοι ίσως δεν με ήθελαν καν ζωντανό! Δεν χρειαζόμουν άλλα στοιχεία. Ήξερα πια τι συνέβαινε. Μυρίστηκα ένα καλοκουρδισμένο σχέδιο εξόντωσής μου. Μια νέα ενέδρα! Αποφάσισα μέσα σε δευτερόλεπτα ότι δεν θα πήγαινα στο ραντεβού μου. Δεν θα τους έδινα τη χαρά να αποκαλύψω την πηγή μου. Ούτε να εκτεθώ σε έναν ακόμη κίνδυνο. Με μια απότομη, αποφασιστική κίνηση έκανα αναστροφή, με προορισμό αυτή τη φορά τη Δροσιά. 


Ανεβαίνοντας από εκεί που είχα περάσει μόλις πριν από λίγο κατεβαίνοντας, στο ύψος του Υγεία, και ενώ οδηγούσα με χίλιες δυο προφυλάξεις, διαπίστωσα ότι έχανα λάδια! Δηλαδή η μηχανή μου. Μυρίστηκα δολιοφθορά. Κατευθύνθηκα προς ένα κοντινό περίπτερο. Αποκάλυψα στον ηλικιωμένο περιπτερά τι μου συνέβη. Του είπα ότι ίσως κινδύνευα. Και του ζήτησα επίμονα, για λόγους ασφαλείας, να μείνω για λίγη ώρα μαζί του, μέσα στο περίπτερο. Αρνήθηκε έντρομος. Με κοίταζε περίεργα. Πολύ περίεργα. Υποψιάστηκα από το περίεργο βλέμμα του πολλά... Κοίταξα γύρω μου με προσοχή. Μήπως κάποιοι μού την είχαν στημένη; Έπρεπε να λάβω τα μέτρα μου. Αποφάσισα να αφήσω τη μηχανή σε ένα σημείο κοντά σε ένα φανάρι. Φωτεινό σημείο, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Θα ερχόμουν την επομένη να την πάρω για το συνεργείο. Μπήκα γρήγορα-γρήγορα σε ένα ταξί με κατεύθυνση το ουζερί της Δροσιάς όπου συχνάζω με την παρέα μου. Εκεί πέρασα μερικές ανέμελες ώρες. Το είχα ανάγκη μετά από όλη αυτή τη νέα περιπέτεια. 


Φύγαμε από το ουζερί πολύ αργά. Είχαμε φάει και πιει για τα καλά. Παραπατούσα λιγάκι, ίσως και να τρέκλιζα, αν και δεν μπορώ να πω ότι ένιωθα μεθυσμένος. Ναι, περισσότερο ευδιάθετος θα έλεγα, σίγουρα όχι μεθυσμένος. Ένας φίλος προθυμοποιήθηκε να με πάει με το αυτοκίνητό του μέχρι το σπίτι. Καθώς με άφηνε έξω από την αυλόπορτα του απομονωμένου σπιτιού μου και ενώ προσπαθούσα να βρω τα κλειδιά μου, άκουσα ένα περίεργο θόρυβο. Μήπως κάποιοι μού είχαν στήσει καρτέρι; Έμεινα για λίγα δευτερόλεπτα ακίνητος και σκεπτικός. Αποφάσισα, για λόγους ασφαλείας, να αποφύγω την εξωτερική είσοδο του περίβολου και να μπω στον κήπο από τα πλάγια, πηδώντας τη μάντρα, κάτι, πιστέψτε με, καθόλου εύκολο. Σωριάστηκα στον κήπο με πάταγο. Με το που έπεσα, τα σκυλιά του σπιτιού άρχισαν να γαβγίζουν μανιασμένα. Αυτό με έβαλε σε ανησυχίες. Τι τρέχει; Μήπως κάποιοι παραφύλαγαν μέσα στο σπίτι; Σηκώθηκα με προσοχή και, αφού βεβαιώθηκα ότι δεν έσπασα τίποτα, συνέχισα. Κατευθυνόμουν προς το σπίτι βαδίζοντας σκυμμένος, αργά και προσεκτικά, κοιτώντας πίσω, μπροστά, δεξιά κι αριστερά, σαν το κεφάλι μου να ήταν περισκόπιο. Ξαφνικά βρέθηκα φαρδύς-πλατύς στο έδαφος, κάτω από ένα δέντρο! Είχα σκοντάψει σε μια αρκετά μεγάλη πέτρα! Καθώς σηκώθηκα όρθιος με ταχύτητα, το κεφάλι μου χτύπησε με δύναμη σε ένα κλαδί! Και ξαναέπεσα! Ήταν φανερό: η πέτρα δεν είχε τοποθετηθεί εκεί τυχαία. Ενέδρα!

 

Με την ανησυχία να με κυριεύει και γρήγορες πια δρασκελιές, έφτασα στην κύρια είσοδο του σπιτιού. Γονάτισα για να μη με εντοπίσουν οι τυχόν εισβολείς. Το σκυλιά ήταν μπροστά στο σπίτι, κάτω από το δεξί παράθυρο. Με κοίταζαν έκπληκτα συνεχίζοντας να γαβγίζουν. Ανήσυχος, και πάντα γονατισμένος, έβγαλα χωρίς χρονοτριβή το κλειδί από την τσέπη μου, το έβαλα στην κλειδαριά και μπήκα γρήγορα στο σπίτι διπλοκλειδώνοντας την πόρτα. Πήρα αμέσως το 100. Τους είπα ότι μου έχουν στήσει ξανά ενέδρα! Έδειξαν να μην καταλαβαίνουν την κρισιμότητα της κατάστασης και μου είπαν να μην ανησυχώ, να ηρεμήσω και να ξεκουραστώ. Μου φάνηκε ότι με αντιμετώπισαν συγκαταβατικά. Λες και ήμουν τρελός. Οι στιγμές της μοναξιάς του πραγματικού ρεπόρτερ… Οι στιγμές που μένει μόνος, αυτός και η αλήθεια του.


Σωριάστηκα κατάκοπος –περισσότερο ψυχικά και λιγότερο σωματικά– στη δερμάτινη πολυθρόνα. Πέταξα σε μια άκρη τα παπούτσια, ξέσφιξα τη ζώνη και ξεκούμπωσα το πουκάμισο. Άνοιξα τον ανεμιστήρα οροφής. Τι ζέστη θεέ μου. Είχε πανσέληνο. Το φως του φεγγαριού που περνούσε από το στόρια δημιουργούσε στον τοίχο περίεργες φωτοσκιάσεις. Ξαφνικά, από το παράθυρο μού φάνηκε ότι είδα κάτι ίσκιους! Να ήταν από τα κλαδιά των δέντρων; Ή μήπως… ανθρώπινες σιλουέτες; Δεν οπλοφορούσα. Όπλο μου, βλέπετε, όλα αυτά τα χρόνια, μονάχα  η δημοσιογραφική πένα! Ανήσυχος αποφάσισα ότι έπρεπε να περιμένω ξύπνιος μέχρι να ξημερώσει. Σίγουρα έτσι θα ήμουν πιο ασφαλής. Έβαλα να πιω ένα ουίσκι. Και μετά ένα δεύτερο. Δεν άργησε να έρθει και το τρίτο. Και μετά ένα τέταρτο. Τα κατέβασα μονορούφι. Όπως γίνεται και στις παλιές γκανγκστερικές ταινίες. Ένιωθα ότι ήμουν ένας ήρωας νουάρ. Και ποιος μπορεί, μετά από τόσες περιπέτειες, να υποστηρίξει ότι δεν ήμουν; 

 

Με το αλκοόλ να κυλάει στις φλέβες μου αναρωτήθηκα αν αξίζουν τόσες περιπέτειες, τόσοι κίνδυνοι, τόσες ενέδρες μόνο και μόνο για να κάνεις το καθήκον σου. Χωρίς δεύτερη σκέψη απάντησα θετικά. Γιατί αυτό είναι το τίμημα που πληρώνεις, όταν έχεις αφιερώσει τη ζωή σου στην αποκάλυψη της αλήθειας. Όταν δημοσιογραφικά έχεις αποφασίσει να λειτουργείς τολμηρά και αποκαλυπτικά, δηλαδή Βαξεβαgnικά.

/σχετικά άρθρα/
† Παρασκευή+13 (2004-2012): Μια ακόμη μαχαιριά στην καρδιά της Ενημέρωσης…
Σαμποτάζ στη Documento· έξαλλος ο Μπαξεβάνης!