Monday, February 24, 2014

Πέθανε ο Χριστόδουλος από AIDS; Μια συζήτηση με τον Σάκι Μαυρέλη



Στο άνυδρο, προβλέψιμο και ανιαρό μέχρι θανάτου τοπίο των media (δυστυχώς πλέον παντού, κι όχι μόνο στη χώρα μας), παρουσίες όπως αυτή του Σάκι Μαυρέλη αποτελούν μια ευχάριστη παραφωνία. Ο Σάκις, ιδιοκτήτης, εκδότης και διευθυντής των Times in Kolonaki (που γιορτάζουν φέτος 25 χρόνια κυκλοφορίας), διαφοροποιείται με σθένος απέναντι στην ομοιογενοποιημένη πλήξη της κανοναρχούμενης από τους marketeers, τις δημόσιες σχέσεις και την πολιτική ορθότητα «δημοσιογραφίας», προσφέροντας στο κοινό έναν έντυπο πρωτότυπο, δροσερό, τολμηρό, με μια ιδιόμορφη ιεράρχηση των γεγονότων, και πάντα με τη σφραγίδα της έκκεντρης και ενδιαφέρουσας ματιάς του αθυρόστομου διευθυντή του. 


Τι κι αν διώκεται από όλους εκείνους που θέλουν να του κλείσουν το στόμα… Εκείνος, σε μια διαρκή ταλάντωση ελευθεριότητας, παραμένει πάντα επί των επάλξεων, τολμηρός και ασυμβίβαστος, έτοιμος να γράψει την προσωπική του αλήθεια, αψηφώντας το οποιοδήποτε κόστος. Έτσι και με το φλέγον θέμα του θανάτου του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Το πέπλο μυστηρίου που καλύπτει, χρόνια τώρα, το θάνατο του δημοφιλούς ιεράρχη έδωσε την ευκαιρία στον Σάκι Μαυρέλη να προβληματιστεί για τα αίτια της ύποπτης αποδημίας και να αναρωτηθεί: μήπως ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος πέθανε τελικά από AIDS;


Σάκι, έξι χρόνια απών ο «αρχιεπίσκοπος της καρδιάς μας», κι εσύ του αποδίδεις τερατώδη πράγματα. Θα μπορούσα να ξεκινήσω, ως άλλος Κυριάκος Θωμαΐδης, λέγοντας ότι «δεν τα υιοθετώ». Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι δε θέλω να σε ακούσω, γι’ αυτό και είμαι όλος αυτιά. Shoot!

Κοίταξε, τον Χριστόδουλο είχα την τύχη να τον γνωρίσω νωρίς, όταν εξέδιδα στον Βόλο το έντυπο Καιροί στο Κολωνάκι στο Βόλο. Ήταν το 1992 όταν πήγα εκεί, και με πληροφόρησαν ότι ένα από τα μεγάλα αξιοθέατα της πόλης ήταν ο δεσπότης που είχανε τότε, ο Χριστόδουλος, ο οποίος είχε καταφέρει να πείσει όλο το λαό ότι μιλούσε επτά γλώσσες, ότι ήταν και πιλότος αεροπλάνου παρακαλώ (!), δηλ. τόσο δραστήριος, μοντέρνος, ικανός – τόσο αητός ήτανε! Τα πρώτα που έγραψα γι’ αυτόν ήταν που τον κορόιδευα ότι ναι, μιλάει επτά γλώσσες, μοσχαρίσιες, αρνίσιες και τέτοια, διότι ήταν από τότε χοντρός, άθλιος, παχύσαρκος, και ενώ ήταν σχετικά νέος – το ’92 πόσο να ’τανε, σαραντάρης θα ’τανε…


Κοίταξε, όμως, πάνω στο θέμα του πάχους, επειδή, όπως θα ξέρεις, είχαν συμπήξει μια άτυπη τρόικα τότε κάποιοι παχύσαρκοι, ο Χριστόδουλος, ο Σωτήρης Τζούμας κι εκείνος ο καναλάρχης…  

Ποιος είναι χοντρός καναλάρχης;

O Κοντομηνάς.

Α χα!

… οι περίφημοι τρεις χοντροί, λοιπόν, και θα ήθελα να επισημάνω ότι η λαϊκή σοφία λέει – και εδώ θα σου συστήσω να ακούς με προσοχή τη λαϊκή σοφία – πως οι χοντροί είναι καλοί άνθρωποι!

Εντάξει! Δεν έχω κανένα πρόβλημα!


Και λέω, λοιπόν, ότι, ειδικά σε σχέση με το πάχος του Χριστόδουλου (αν και αφορά τους ιερωμένους εν γένει), μιας και το θέτεις δηλαδή, λέγεται ότι το πάχος αυτό δεν είναι αποτέλεσμα συβαριτισμού, όπως φαίνεται να υπονοείς, αλλά προέκυψε λόγω υπερβολικής πρόσληψης υδατανθράκων (ψωμιά, μακαρόνια, ρύζια κλπ.) από την παρατεταμένη νηστεία…

Α, δηλαδή έκανε νηστεία αυτός και πάχαινε;!

Ναι, γιατί κατανάλωνε πολλούς υδατάνθρακες.

Τέλεια! Ωραίο αυτό! Πολύ ωραίο αυτό! Λοιπόν, αυτά ήταν που ήξερα τότε. Και επίσης ότι τον προορίζανε για αρχιεπίσκοπο Ελλάδος κλπ. Τα άκουγα αυτά, εντάξει, δεν ασχολιόμουν, δε με ενδιέφεραν και ιδιαίτερα, είχαν όμως βγάλει και κάτι άλλες φήμες τότε, ότι έχει κάπου μια εξώγαμη κόρη, κάπου εκεί κοντά, αλλά όλα αυτά, υποθέτω, τα βγάζουν για να κρύψουν την ομοφυλοφιλία του ανδρός –

– Εσύ, δηλαδή, παίρνεις θέση και λες ότι ήταν ομοφυλόφιλος;

Όχι, δε με νοιάζει εμένα, αλλά θέλω να πω ότι συνήθως για κάποιες αδερφές βγάζουν τέτοιες βρώμες για να έχει ο κόσμος μια καλύτερη γνώμη γι’ αυτούς, παρά το ότι είναι αδερφές. Δηλαδή οι ίδιοι τα φτιάχνουν αυτά ότι τάχα είναι φυσιολογικοί. Οπότε, αν είναι και λίγο αμαρτωλοί κιόλας, βοηθάει.


Ο Κύριλλος Κωστόπουλος, ο γνωστός αρχιμανδρίτης, κατηγόρησε ευθέως τον Χριστόδουλο – και το μεταφέρω verbatim – ότι «είχε το κουσούρι». Του καταλόγιζε, επίσης, ότι χειροτονούσε συνεχώς ιερείς «που είχαν κι αυτοί το κουσούρι».

Δεν τα ξέρω αυτά. Δεν τα ξέρω, δεν τα ξέρω. Εν πάση περιπτώσει, είχε βγει αυτή βρώμα τότε, αλλά είχε βγει και άλλη μια βρώμα, ότι γυρνούσε στα στρατόπεδα της περιοχής και διάλεγε φανταράκια, τα οποία τα έπαιρνε κοντά του, τάχα ότι βοηθάνε το θεάρεστο έργο του! Τώρα, με δυο πιτσιρίκια, να πούμε, που γουστάριζε και τα έντυνε και τα έπλενε, φαντάσου τι γινότανε…

Εντάξει, αυτό που λες τώρα δεν τεκμηριώνεται…

Όχι. Φυσικά. Τέλος πάντων. Εν πάση περιπτώσει. Λέω τι ακουγότανε την εποχή εκείνη και τι έμαθα εγώ.


Εμείς, πάντως, όλα αυτά δεν το υιοθετούμε, έτσι δεν είναι;

Φυσικά, αλίμονο. Λοιπόν, μετά έγινε όντως αρχιεπίσκοπος με τις γελοίες συνέπειες που είδαμε, δηλαδή με τον πατριωτισμό του εκείνον κι εκείνα τα νεολαιίστικα κηρύγματα και με το μπλέξιμό του εκεί στον πόλεμο με την Σερβία όπου ήτανε πάλι με όλα αυτά τα καθάρματα, τον Μιλόσεβιτς κλπ.

Μίλαγε, όμως, στις καρδιές του χριστεπώνυμου πληρώματος…

Στις καρδιές μίλαγε κι η Βουγιουκλάκη, τι έγινε. Άλλωστε, μια τέτοιου είδους κατάσταση ήτανε και του Χριστόδουλου…

Μια Βουγιουκλάκη, λες, του κλήρου…

Ναι, ναι, ναι. Μάλιστα, το παρατσούκλι του, αυτό που έλεγαν μεταξύ τους δηλαδή, ήταν «Μπέμπα Μπλανς».

Α, μπα. Από πού το έχεις αυτό;

Το έχω ακούσει από κύκλους εκκλησιαστικούς, γιατί όλοι αυτοί που λέμε εμείς ότι είναι δεσπότες κλπ. έχουν το δικό τους όνομα. Ο ένας είναι η Δωροθέα, ο άλλος είναι η Μπέμπα Μπλανς, μάλιστα λένε ότι όταν πέθαινε ο – ποιος ήταν ο αρχιεπίσκοπος πριν απ’ τον Χριστόδουλο;

Ο Σεραφείμ.

Μπράβο. Όταν, λοιπόν, πέθαινε, είπε «κάντε αρχιεπίσκοπο όποιον θέλετε, μόνο μη βάλετε τη Μπέμπα Μπλανς». Αυτή ήταν η ευχή κι η κατάρα που έδωσε. Δυστυχώς δεν μπόρεσε να εισακουστεί.


Και το «Μπέμπα Μπλανς», λες εσύ, παραπέμπει στον Χριστόδουλο;

Ήταν ο Χριστόδουλος, ναι. Μετά, λοιπόν, τον βρήκαμε στην Αρχιεπισκοπή, αλλά πριν απ’ αυτό, ένα άλλο που θυμήθηκα τώρα είναι ότι είχα δημοσιεύσει εγώ γράμμα Βολιώτη που μου έλεγε ότι επί εποχής Χριστόδουλου έπαιρνε τα φορτηγά του ΟΤΕ στο Βόλο, με εντολή του δεσπότη, τα φόρτωνε τρόφιμα, φάρμακα και ρούχα και τα πήγαινε στη Σερβία, τότε στον πόλεμο να πούμε – ο Χριστόδουλος τού έλεγε να τα πάει – κι ο οδηγός ο ίδιος μου λέει ότι, πηγαίνοντας εκεί τα πράγματα αυτά, οι Σέρβοι, για να τον ευχαριστήσουνε, του είχανε εκεί κι από μια πουτάνα κάθε φορά!

(!!!)

Συγγνώμη, δεν τελείωσα. Το ακόμα χειρότερο, όμως, είναι ότι όταν του λέγανε «τα πήραμε όλα, ευχαριστούμε, φεύγα», δεν του δίνανε πίσω τα φορτηγά. Κρατάγανε και τα φορτηγά οι Σέρβοι! Κι ερχότανε αυτός πίσω με ταξί!

Εγώ ήξερα ότι έστελναν κοτόπουλα – και μάλιστα χαλασμένα…

Εντάξει, αυτό ήτανε σε άλλη βάση. Τέλος πάντων. Τον βρήκαμε μετά και τον Χριστόδουλο ξαφνικά αρχιεπίσκοπο, με όλα αυτά τα γελοία που ακολούθησαν, και ξαφνικά, σε έξι μήνες κιόλας, τον χάσαμε! Και τον χάσαμε με όλα εκείνα τα γελοία συμβάντα. Δηλαδή ένας άνθρωπος στην κορυφή της ελληνικής εκκλησίας, που δεν πέρασε το κατώφλι κανενός ελληνικού νοσοκομείου. Γιατί;

Γιατί;

Ακριβώς για να κρύψει ότι υπήρχε κάτι που δεν έπρεπε να το μάθει ο κόσμος, γιατί φυσικά αν έμπαινε σε οποιοδήποτε ελληνικό νοσοκομείο κάτι θα μάθαινε η οποιαδήποτε νοσοκόμα ή κάποιος γιατρός, θα έβγαινε η βρώμα από τι πεθαίνει.


Λέγεται, πάντως, ότι νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο του εξωτερικού για να εξασφαλίσει μεγαλύτερες πιθανότητες ίασης, ακριβώς επειδή ήταν ποιμενάρχης ενός μεγάλου ποιμνίου και όχι γιατί ήταν εγωιστής ή φιλοτομαριστής. Καθαρά ανιδιοτελείς ήταν οι λόγοι. Η ευθύνη απέναντι στο ποίμνιο ήταν που βάρυνε για να προσπαθήσει να κρατηθεί, πάση θυσία, στη ζωή πηγαίνοντας στο εξωτερικό.

Έστω! Και έπρεπε βεβαίως, εάν ο ξένος εκείνος γιατρός ήτανε ειδικός, έπρεπε να πάει. Ναι, αλλά ούτε πριν πάει εκεί, ούτε αφότου γύρισε από εκεί, δεν πέρασε ποτέ από ελληνικό νοσοκομείο. Ποτέ!

Και τι τεκμαίρεται απ’ αυτό;

Τεκμαίρεται ότι, όπως βεβαίως και ποτέ δεν βγήκε στη δημοσιότητα ο φάκελός του ο ιατρικός, τεκμαίρεται προφανώς ότι κάτι θέλανε να κρύψουν. Τι είναι αυτό που θέλανε να κρύψουν; Ότι ήταν βρικόλακας; Μπορεί να ήτανε βρικόλακας! Μπορεί να ήτανε βαμπίρ! Να μην ήταν μόνο ομοφυλόφιλος, να ήταν ομοφυλόφιλος-βαμπίρ! Μπορεί. Ή μπορεί να ήταν μόνο βαμπίρ! Πάντως, κάτι θέλανε να κρύψουν. Εφόσον λοιπόν, στην Ελλάδα μπορούν ακόμα να κρύβουν τα ιατρικά δεδομένα τέτοιων ηγετών και ανθρώπων που βρίσκονται σε τέτοιες θέσεις, νομίζω ότι εμείς, το χριστεπώνυμο πλήθος, μπορούμε να φανταζόμαστε οτιδήποτε.

Δηλαδή δεν τον δολοφόνησαν τον Χριστόδουλο, όπως ισχυρίζεται ένας αναντίρρητα σοβαρός άνθρωπος, ο Σωτήρης Τζούμας; Δεν τον δολοφόνησαν επειδή –

Σου λέω, μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε! Εφόσον δεν βγήκε εκείνο το ανακοινωθέν, ας πει ο Τζούμας ότι τον σκότωσαν, ας πούμε, οι λεσβίες! Ο άλλος μπορεί να πει ότι τον σκότωσε ο Πούτιν!


Μα μίλαγε εθνικά και αποτελούσε απειλή, λένε, για τους εχθρούς του έθνους – ντόπιους και ξένους!

Μα ναι. Μπορεί να τον σκότωσαν οι Εβραίοι! Ας βγάλουν, λοιπόν, τον φάκελο για να σταματήσουν αυτές οι φήμες. Εφόσον δεν βγάζουν τον φάκελο στην κυκλοφορία, ο καθένας θα πει ό,τι θέλει.  

Επομένως, εσύ, στο δημοσίευμά σου, γιατί κάνεις λόγο για AIDS;

Επειδή, όταν ένας ομοφυλόφιλος πεθαίνει και κρύβουν το ιατρικό του ανακοινωθέν, από τι να πω ότι πάσχει; Από κατά πλάκας;

Δηλαδή το εικάζεις.

Ε, φυσικά. Δεν ήμουνα… Για τον άνθρωπο αυτόν τα λέγανε δεκαετίες.


Έχεις σχετικές πληροφορίες;

Δεκαετίες τα λέγανε παντού. Και βεβαίως, όπως είπες για τον Κύριλλο, έτσι τα λέγανε κι άλλοι που είναι μες στην εκκλησία, που ξέρανε βεβαίως ακόμα χειρότερα. Τα «Μπέμπα Μπλανς» και τα λοιπά δεν τα ανακάλυψα εγώ. Είναι αυτά που λέγανε εκεί μέσα.

Βασίζεσαι δηλαδή σε πληροφορίες εκ των έσω…

Φυσικά, αλίμονο. Όταν ακούς, να πούμε, ότι είναι η Δωροθέα – ήξερα και δυο τρία άλλα· είναι μια Παυλίνα στη Γλυφάδα, και γενικά όλη η ιστορία είναι –

 – Τα έλεγε κι ο Γρηγόρης Μιχαλόπουλος αυτά…

Ναι, τα έλεγε, πολλές φορές, ειδικά με τον Δωρόθεο – με τη Δωροθέα, συγγνώμη. Ή Ντόροθυ – στους εκκλησιαστικούς κύκλους είναι γνωστή ως Ντόροθυ. Αλλά κάποιες στιγμές ο Γρηγόρης σταμάταγε να τα λέει, και αυτό ήτανε κάτι πολύ άσχημο, γιατί η Ντόροθυ τον κάλεσε στις εορτές της στέψης της στη Σύρο και πήγε ο Γρηγόρης!


Συνεπώς τα βρήκανε, λες, με τον μακαρίτη;

Ε βέβαια! Αφού πριν τον έλεγε «παλιόπουστα» και πήγε για να δει πώς στέφεται ο «παλιόπουστας» και, αφού γύρισε από κει, δεν έγραψε «πήγαμε να δούμε τον “παλιόπουστα” να στέφεται»; 

Εσύ λες ότι μπορεί και να εκβίαζε ο Γρηγόρης, όπως είχε κατηγορηθεί;

Τι να εκβιάσει, να πούμε, σιγά. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, είναι δυσάρεστο το ότι πήγε. Το ότι αποδέχθηκε μια πρόσκληση. Ένα ξενοδοχείο, μία ημέρα που έμεινε εκεί, δυο φαγιά – αυτοί τρώγανε, είπαμε, με τις γλώσσες που λέγαμε πιο πριν, τις αρνίσιες, μοσχαρίσιες κλπ. Ε, τι ήθελε και πήγε;


Ας επιστρέψουμε, όμως, στο θέμα του AIDS. Δεν είμαι γιατρός, αλλά, απ’ ό,τι ξέρω, το AIDS μεταδίδεται κυρίως είτε από ναρκωτικά, που αποκλείεται ο Χριστόδουλος να έκανε χρήση –

– Μπορεί να ήταν και ναρκομανής, γιατί όχι…

Προσωπικά το αποκλείω.

Γιατί όχι…

Είτε από το σεξ, οπότε, αφού ήταν αρχιερέας, αποκλείεται εξ ορισμού από μια τέτοιου τύπου μετάδοση, είτε από τον θηλασμό, και θα συμφωνήσεις ότι ήταν μάλλον μεγάλης ηλικίας ο Χριστόδουλος για να θήλαζε. Οπότε…

Πάντως από τον πεοθηλασμό νομίζω ότι δεν μεταδίδεται, απ’ ό,τι έχω ακούσει τουλάχιστον, άρα από κάτι άλλο πρέπει να είναι, έτσι;

Από τι δηλαδή θα μπορούσε να έχει προσβληθεί;

Δεν ξέρω. Εγώ σας είπα τι ξέρω, τι γνωρίζω ή τι άκουσα κλπ. Τώρα, πιο πολλές πληροφορίες… Υπάρχουν γιατροί που τον κουράρανε εδώ – δεν υπάρχουν κάποιοι γιατροί που πήγαν να τον δουν; Αυτός δεν πήγε σε κανένα ιατρείο, ποτέ, αλλά κάποιοι πήγανε να τον δουν. Για ρώτα κι αυτούς.


Λένε, πάντως, ότι ήταν ολόκληρος σάπιος – σάπιος εννοώ οργανικά, μέσα του, όταν τον άνοιξαν, από την αρρώστια…

Όλη η εκκλησία, δυστυχώς, είναι σάπια. Είναι ολόκληρη σάπια και αυτό που είπες ήταν μια πολύ ωραία μεταφορά, διότι δυστυχώς αφήσαμε την εκκλησία την ελληνική να καταντήσει σε αυτό το σημείο. Είναι όλη σάπια, δυστυχώς. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, μιλάμε για ένα σάπιο οικοδόμημα σατανισμού – γιατί είναι σατανιστές αυτοί οι άνθρωποι – ή είναι ρουφιάνοι ή είναι κρατικοδίαιτοι κλέφτες και ό,τι άλλο θέλεις βάλε. Ας πούμε έχω ακούσει ότι στις φυλακές της Τριπόλεως, όπου είναι μαζεμένοι αυτοί που κάνουν τα σεξουαλικά εγκλήματα, είναι μέσα μονίμως πέντε-έξι παπάδες, κάθε φορά. Μονίμως! Δεν μιλάμε για το πώς κλέβουν εικόνες και όλα αυτά, είναι και πρώτοι και στη διαφθορά και στη διαστροφή και σε όλα αυτά.

Κάποιος, ακούγοντάς σε να μιλάς με τέτοια σκληρή γλώσσα, θα υπέθετε ότι κατατρύχεσαι από μένος εναντίον του Χριστόδουλου. Μήπως αυτό το μένος οφείλεται στις απηνείς διώξεις που έχεις υποστεί από έναν άλλον ιερωμένο, τον Δωρόθεο;

Από τον Χριστόδουλο, πάντως, δεν έχω υποστεί κανένα κυνηγητό. Κι από τον Δωρόθεο αν έχω κάποιο κυνηγητό, γι’ αυτό δε φταίει ο Δωρόθεος. Φταίνε οι εισαγγελείς και οι δικαστές τους οποίους ελέγχει και του κάνουν τα χατίρια. Αλλά και αυτό ακόμα δε θα κρατήσει πολύ.


Είσαι αισόδοξος…

Φυσικά και είμαι αισιόδοξος. Έναν να βρούμε, έναν τίμιο μέσα σε ολόκληρο το οικοδόμημα της ελληνικής δικαιοσύνης… Έναν θα τον βρούμε, δεν υπάρχει περίπτωση.

Άρα όλα αυτά δεν τα λες από εμπάθεια…

Φυσικά, τι εμπάθεια… Αλίμονο.

Εκκλησιάζεσαι;

Όχι, όχι, δε με ενδιαφέρει αυτό, δεν έχω καλές σχέσεις μ’ αυτά, με καμιά θρησκεία δηλαδή, όχι με αυτή μόνο, αλλά δεν έχω μένος εναντίον των παπάδων για τίποτε άλλο. Αν βρήκανε κάποιους δικαστές και τους εξυπηρετούν, ακόμα και για να κλέβουν εικόνες – όπως αποκάλυψα στη Λαμία σε μια υπόθεση με κλεμμένες εικόνες – και όλα αυτά, σ’ αυτό δεν φταίνε οι παπάδες. Φταίνε οι δικαστές που τους τακτοποιούν.


Πολλοί υποστηρίζουν ότι, αν ζούσε ο Χριστόδουλος, η πατρίδα μας δε θα είχε κατρακυλήσει σε τέτοια –

– Πού μωρέ, σιγά, δεν έχουν επιρροή, όσο και να το παίζουν και να κάνουν, δεν έχουν πραγματική επιρροή όλοι αυτοί.

Μα λένε ότι έκαιγε μέσα του μια δυνατή, άσβεστη φλόγα για Πατρίδα και Λαό…

Όχι μωρέ, κοροϊδεύουν πέντε παλιόγριες να τους φάνε τα σπίτια, να τους φάνε πέντε οικόπεδα και πέντε πολυκατοικίες, αυτό είναι όλο, αυτή είναι η μόνη δύναμη που έχουνε. Δεν έχουνε επιρροή στην κοινωνία.

Δεν τον έτρεμε, δηλαδή, το κατεστημένο;

Όχι μωρέ, πoιο κατεστημένο! Το κακό είναι ότι δυστυχώς, ενώ αποτελούν ένα σάπιο οικοδόμημα και το ξέρουνε όλοι, τους αφήνουνε να υπάρχουν ως κράτος μέσα σ’ ένα κράτος το οποίο και ληστεύουν.  


Λες ότι δε δίνουν οι κληρικοί; Δεν προσφέρουν;

Με τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση «Αποστολή» κι όλα αυτά – κι από εκεί κλέβουν! Ο κόσμος τούς πάει τα ρύζια κι αυτοί δίνουν στον κόσμο χώμα. Κι από εκεί ακόμα κλέβουν! Μιλάμε για υπόκοσμο.

Δεν προσφέρουν δηλαδή απ’ το υστέρημά τους;

Τους πιάσανε με τα κοτόπουλα! Τους πιάσανε με τα κοτόπουλα και συνεχίζεις; Λοιπόν, τους πιάσανε με τα κοτόπουλα, τους χαρίσανε επτά εκατομμύρια που φάγανε μέσα από το υπουργείο Εσωτερικών, κι ακόμα υπάρχει αυτό το μπουρδέλο! Λοιπόν, αυτοί φταίνε; Ή οι εισαγγελείς που δε λένε «ελάτε εδώ ρε παιδιά, εσείς πιαστήκατε με τα κοτόπουλα και συνεχίζετε τώρα να παίρνετε πάλι από τον κόσμο ρύζια;». Δεν μπορείτε, πώς το λένε! Κι όμως, συνεχίζουνε να κλέβουνε και τον κοσμάκη. Αυτός που πάει και αφήνει ένα ρύζι στην εκκλησία, για τους φτωχούς, να ξέρει ότι το μισό το έχουν πουλήσει πίσω, στο σούπερ μάρκετ! Μιλάμε για άθλιο υπόκοσμο! Που ποτέ δεν ελέγχεται. Θυμάσαι πρόσφατα, σε ένα νομοσχέδιο, που βάζανε με ψιλά γράμματα ότι μόνο με κοινή απόφαση υπουργού Παιδείας και υπουργού Οικονομικών θα μπορούν να ελεγχθούν τα οικονομικά έστω και ενός ναού; Τι είναι αυτά τα πράγματα; Δηλαδή μπορεί να έρθει το ΣΔΟΕ εδώ πέρα, να ξετινάξει επί ώρες όλο αυτό το μαγαζί που καθόμαστε για να ψάξει τα πάντα, και δεν μπορεί να μπει σε μια εκκλησία ή σε μια υποτιθέμενα ανθρωπιστική οργάνωση της εκκλησίας και να ελέγξει τα οικονομικά;


Μήπως η διαφορά είναι ότι πρόκειται για οίκο Θεού, άρα εξ ορισμού –

Μα αυτό λέω. Έγινε οίκος Διαβόλου. Είναι σατανάδες. Είναι σατανιστική πια αυτή η εκκλησία. Δυστυχώς.

Επανέρχομαι στο ζήτημα του AIDS. Ο ίδιος ο Χριστόδουλος είχε γράψει, σε ανύποπτο χρόνο, το βιβλίο Η Εκκλησία μπροστά στην πρόκληση του AIDS. Λες κάτι να σημαίνει αυτό; Μήπως, άραγε, η συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου προοικονομούσε κάτι;

Δεν το ήξερα αυτό το βιβλίο. Θα ήθελα να μου το δείξεις. Υπάρχει πουθενά να το βρω; Αν μπορείς να μου κάνεις ένα… – το ’χεις εσύ δηλαδή; Γιατί θα ’χε πλάκα να δούμε εκεί μέσα τι έγραφε. Ειλικρινά θα ’χε μεγάλη πλάκα.


Και κάτι τελευταίο. Πολλά, ενδεχομένως, μπορεί κανείς να καταλογίσει στον Χριστόδουλο. Όλοι, όμως, γνωρίζουμε ότι ήταν και μεγάθυμος. Πιστεύω πραγματικά ότι, αν καθόταν τώρα εδώ μαζί μας κι άκουγε όλα αυτά που του καταμαρτυρείς, μπορεί και να έλεγε «κύριε Μαυρέλη, “σας πάω”!». Καθόλου, μάλιστα, δεν αποκλείεται να σου έλεγε και κανένα ανέκδοτο…

Εντάξει, θα του λέγαμε κι εμείς ένα. Δεν είναι εκεί το θέμα. Το πρόβλημα είναι πολύ σοβαρό και πάνω από πρόσωπα, αφού επιτρέπουμε στην εκκλησία, στους πολιτικούς, στα κόμματα να είναι ανεξέλεγκτοι και να ληστεύουνε τον κόσμο, την Ελλάδα, την πατρίδα μας, πες το όπως θέλεις.

Δεν βελτιώθηκε, δηλαδή, καθόλου η κατάσταση με τον Ιερώνυμο;

Πώς να βελτιωθεί; Αφού δεν τολμάει. Μπορούσε να πετάξει ένα σωρό κόσμο από κει μέσα και δεν έκανε τίποτα. Τίποτα δεν έκανε. Έκανε τίποτα; Ακόμα και το θέμα αυτό αυτής της παρεκκλησιαστικής «Αποστολής» που λέγαμε, κι αυτό ακόμα το συνεχίζει. Λοιπόν, τι να αλλάξει; Άλλωστε, αυτοί που βάλανε τον Ιερώνυμο εκεί που τον βάλανε είναι οι ίδιοι αυτοί ρουφιάνοι για τους οποίους τόση ώρα μιλάμε. Όλα αυτά τα καθάρματα της Ιεράς Συνόδου. Και τον βάλανε εκεί όχι φυσικά για να τους ελέγξει. Τον βάλανε εκεί γιατί πήρανε τις υποσχέσεις ότι όχι μόνο δε θα τους πειράξει, αλλά θα τους βοηθήσει να συνεχίσουνε να γαμάνε παιδάκια απ’ τον στρατό, να κλέβουνε τις χήρες και τις ανόητες στις εκκλησίες, να κοροϊδεύουνε τον κόσμο και το κράτος για να πλουτίζουν, ανεξέλεγκτοι δυστυχώς και άθλιοι.
  

Tuesday, February 18, 2014

Εκλογές 2014: μια βραδιά στου Νικολόπουλου…


Για μας, ο Νίκος Νικολόπουλος δεν είναι ένας απλός πολιτικός – καλός, μέτριος ή κακός. Τον θεωρούμε ως την πιο αντιπροσωπευτική συνόψιση της μαζικής δημοκρατίας. Παρά τους κλαυθμούς και οδυρμούς της κυρίαρχης (και βολικής) προπαγάνδας περί «του καημένου του λαού που χειραγωγείται από τις ελίτ» (τις ποιες;..), του άμοιρου λαού «που τον πατάνε στον λαιμό οι ολιγαρχίες της πολιτικής και του πλούτου και του πίνουνε το αίμα», εμείς βλέπουμε μια ολωσδιόλου διαφορετική εικόνα, ως μια αυθεντική εικονογράφηση της σύγχρονης αντιπροσωπευτικότητας: εάν μπορεί να διεκδικεί και να παίζει ρόλο στη δημόσια ζωή – έστω και στο υπεργραφικό χωριουδάκι που ονομάζεται Ελλάδα – ακόμη κι ένας Νικολόπουλος – δηλ. ένας τυπικότατος εκπρόσωπος του μέσου όρου –, τότε το παιχνίδι είναι πλέρια ανοιχτό για όλους. Με άλλα λόγια, αφού όπου κοιτάζουμε Νικολόπουλους βλέπουμε, η μαζικότερη και αντιπροσωπευτικότερη μορφή δημοκρατίας είναι ήδη εδώ· με τον (μονίμως κλαυθμυρίζοντα) Λαό, διά των πάσης φύσεως Νικολόπουλων, να έχει κωλοκάτσει στην εξουσία προ πολλού…


Βέβαια, επειδή την περιβόητη «αντικειμενικότητα» την έχουμε πολύ ψηλά (τόσο ψηλά όσο δε φαντάζεστε), δε θα αρνηθούμε ότι υπάρχουν και αρκετοί που εκφράζουν και κάποιες αντιρρήσεις. Μπορεί, λένε, αυτή η 100% χωριάτικη φάτσα με την περίεργη οδοντοστοιχία, αυτή η θρασεία και εκνευριστική μισοριξιά, αυτός ο κουτοπόνηρος λαδοπόντικας, αυτός ο αγράμματος και κακόγουστος μπαστουνόβλαχος να αποτελεί πολιτική παρουσία και μάλιστα σε καιρούς κρίσης; Εδώ είναι, όμως, που θα καταθέσουμε και τις δικές μας ενστάσεις. Θα θέλαμε η κριτική να είναι αποκλειστικά και μόνο πολιτική, πέρα κι έξω από αισθητικές αιτιάσεις που δεν αποκλείεται να χαρακτηριστούν και ως «ρατσιστικές». Αυτό, άλλωστε, δεν επιβάλλει το πολιτικό «savoir vivre» της εποχής, που έχει εγκαθιδρυθεί από το κυρίαρχο πλέον στα «πνευματικά» μας πράγματα υβρίδιο σοσιαλδημοκρατίας-φιλελευθερισμού, δηλ. του σύγχρονου «ΚΚΕεσωτερισμού»; Επιπλέον, δε, τι ζητούν άραγε κάποιοι; Θα πρέπει οι καράβλαχοι βαλκάνιοι, οι ατάλαντοι, οι αγράμματοι και οι κουτοπόνηροι να αποκλείονται εξ ορισμού από το πολιτικό παιχνίδι; Μα τότε τι σόι δημοκρατία θα ήταν αυτή;

 

Ας μείνουμε, λοιπόν, αποκλειστικώς στα πολιτικά. Η άνοδος του Νίκου Νικολόπουλου, ενός μέχρι χθες άσημου βουλευτή από τα βάθη της επαρχίας [«το μεγαλύτερο μαρτύριο για έναν αξιοπρεπή άνθρωπο είναι να είναι υποψήφιος στην ελληνική επαρχία» μας είπε κάποτε ο (μακαρίτης πλέον) Ρούσσος Κούνδουρος, που γνώριζε ο ίδιος καλά από (Κρητικό) επαρχιωτισμό], είναι εντυπωσιακή. Από ένας απλός αντιπρόσωπος των υπερήφανων Αχαιών στη Βουλή των Ελλήνων – με το συνεχές σμπρώξιμο των παπάδων –, έφτασε, εν καιρώ «κρίσης», να αποτελεί διαπρεπή σχολιαστή και πρωταγωνιστή των πολιτικών εξελίξεων, με εξασφαλισμένο μόνιμο στασίδι σε όλα τα κανάλια, και τελευταία με δική του εκπομπή – ομολογουμένως, μια από τις απολαυστικότερες και διασκεδαστικότερες που μπορεί να εντοπίσει κανείς στο σημερινό τηλεοπτικό τοπίο.

 

Τα είχε μελετήσει εμβριθώς τα πράγματα ο έντονα προβληματισμένος Νικολόπουλος – σε μόνιμη ανησυχία, αλλά και υπερδιέγερση, προκειμένου να δώσει διεξόδους στο εθνικό (αλλά και πλανητικό) αδιέξοδο. Η Δευτέρα 17/02 θα σηματοδοτούσε την επίσημη έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας του Αχαιού πολιτικού για την διεκδίκηση του αξιώματος του Περιφερειάρχη Αττικής. Στο ξενοδοχείο Park (το οποίο, για τους αμύητους στα trivia της Ελληνικής δημόσιας ζωής, αποτελεί εδώ και χρόνια στέκι και του Προέδρου της Ένωσης Κεντρώων, Βασίλη Λεβέντη), πλήθη κόσμου έχουν συρρεύσει από ενωρίς, δείχνοντας έτοιμα να ακούσουν μεγάλα λόγια που μπορεί και να προσφέρουν λύσεις.


Ο νέος παράκλητος εκ Πατρών στις έξι ακριβώς θα ήταν εκεί. Όπως ο Πετράρχης, λόγω αυξημένης φήμης, μετακινήθηκε από την Αβινιόν στη Ρώμη, έτσι και ο Νικολόπουλος, με ανεβασμένες πια τις μετοχές του, μετακινήθηκε από την Πάτρα στην Αθήνα. Δύσκολη ετούτη η μετακίνηση, ειδικά για ένα άνθρωπο που αναδίδει, από πάνω μέχρι κάτω, επαρχιώτικη ευωδία. Δύσκολη, μα συνάμα και απαραίτητη, εφόσον έπρεπε να δώσει τον μεγάλο αγώνα αποτελεσματικά. Στο εύλογο (και Μπολιβαρικό) ερώτημα «Καλά, ρε Νικολόπουλε, τι ζητάς στην Αθήνα συ ένας Πατρινός;», ο ίδιος ο Νίκος δεν θα διστάσει να δώσει την αποστομωτική απάντηση: «Έρχομαι να δώσω τη μάχη στην Αθήνα, γιατί εδώ είναι η έδρα του εχθρού»! Και πράγματι, στην κατάμεστη αίθουσα του Park, όπου διέκρινες έντονη αφ’ ενός την Πατρινή παρουσία (που δεν μπορούσε με τίποτα να περάσει απαρατήρητη) και αφετέρου τη συμμετοχή από στίφη ανθρώπων βουτηγμένων στην απελπισία, ο Αχαιός πολιτικός φαινόταν έτοιμος για μεγάλες μάχες. Αν και μικρός το δέμας, έδειχνε μεγάλος σε αποφασιστικότητα και διάθεση προσφοράς αλλά και στηλίτευσης όλων όσοι βυσσοδομούν εναντίον ετούτου του Λαού.


Ο υποψήφιος εισήλθε στον χώρο εν μέσω θερμών χειροκροτημάτων αλλά και χαμόγελων αισιοδοξίας απ’ την πλευρά του κόσμου που ένιωθε ότι, με αφετηρία την περιφέρεια Αττικής, κάτι καινούργιο και ελπιδοφόρο μοιάζει, επιτέλους, να γεννιέται στα δημόσια πράγματα της πολύπαθης χώρας. Ο Νικολόπουλος, κάθιδρος από την προσπάθεια να φτάσει στο μικρόφωνο, μιας και τα προτεταμένα για χειραψία χέρια ήσαν χιλιάδες και δεν ήθελε να χαλάσει χατίρι σε κανέναν, έδειχνε να απολαμβάνει την αγάπη του κόσμου. Αφού έφτασε τελικά στο πόντιουμ, χαιρέτισε και πάλι τον κόσμο ηγετικά και από καρδιάς, λάμποντας από ευτυχία. Το μόνο πρόβλημα, εμφανές αμέσως μόλις ο Νίκος ανέβηκε στο βήμα, ήταν ότι οι διοργανωτές δεν είχαν προνοήσει να φέρουν ένα πόντιουμ στα μέτρα του Πατρινού πολιτικού, το οποίο τελικά του έφτανε μέχρι το… στήθος, δημιουργώντας μια αίσθηση ιλαρότητας. Ευτυχώς, όμως, που ήλθε αμέσως, ως αντίβαρο, ο στιβαρός λόγος, κι έτσι επιτεύχθηκε μια κάποια ισορροπία.

  
Ο Νικολόπουλος, όταν επιτέλους αποφάσισε να ανοίξει το στόμα του, είπε πολλά – και τι δεν είπε… Πρώτα απ’ όλα διευκρίνισε ότι «οι εκλογές για την Περιφέρεια δεν είναι αυτοδιοικητικές αλλά πολιτικές!», προβληματίζοντας το κοινό με τούτη την αποκάλυψη. «Κι αυτό γιατί το μήνυμα των εκλογών θα είναι καθαρά πολιτικό!» συμπλήρωσε, ολοκληρώνοντας τον αποκαλυπτικό συλλογισμό. «Είμαστε η φωνή της κοινωνίας, η δική σας φωνή!» φώναξε, σε μια έκρηξη πρωτοτυπίας, και με το κοινό να παραληρεί. 


«Καλά τα λέει! Άριστα τα λέει!» μου επισημαίνει μια ώριμη κυρία που στέκεται δίπλα μου και την οποία είχα προ ολίγου γνωρίσει στον χώρο της εκδήλωσης. «Μακάρι να είχαμε πολλούς Νικολόπουλους και δεν θα ήμασταν τώρα σε αυτό το χάλι!» συμπληρώνει. Συμφωνώ με ένα νεύμα, έχοντας ωστόσο καρφωμένα τα μάτια μου σε αυτό το σαγόνι-«Ποπάυ» του ομιλητή, που ανεβοκατεβαίνει δαιμονισμένα, ώστε να βγαίνουν από το στόμα του στεντορείως οι πύρινοι λόγοι. «Όχι στην πείνα! Όχι στην ανεργία!» δηλώνει ξαφνικά ο Πατρινός υποψήφιος, και το κοινό ξεσπά σε έξαλλο χειροκρότημα φωνάζοντας ρυθμικά το όνομα του. Μια άλλη κυρία, αρκετά μικρόσωμη, με πλησιάζει ομολογουμένως διακριτικά. «Πάρτε κι αυτό. Είναι για τον κύριο Σακκά. Κατεβαίνει υποψήφιος για Δήμαρχος Αθηναίων σε συνεργασία με τον κύριο Νικολόπουλο» μου λέει και μου δίνει ευγενικά ένα μπεζ (και πολύ άτεχνα σχεδιασμένο) φυλλάδιο με τις εύηχες κοινοτοπίες του γραφικού (και αυτοπροταθέντος) πρώην εισαγγελέα. Την ευχαριστώ και βιαστικά επικεντρώνομαι ξανά στον κεντρικό ομιλητή.


Ο Νικολόπουλος, αφού εξάντλησε τα εσωτερικά ζητήματα, δείχνει να έχει βάλει στο στόχαστρο την ευρωπαϊκή ηγεσία, μιας και το θέμα της Ευρώπης μοιάζει να τον πονάει βαθιά – αυτόν, έναν Ευρωπαίο. «Φτάνει πια! Όχι στα πειράματα των Ευρωπαίων! Η Ελλάδα δεν είναι τσιφλίκι τους! Λογαριάζουν, όμως, χωρίς τον ξενοδόχο. Γιατί υπάρχει κι ο Λαός!» δηλώνει με παρρησία και εν μέσω αλαλαγμών. Ξάφνου, και ενώ το κοινό πάλλεται εσωτερικά και εξωτερικά, ο Νικολόπουλος, σε ένα διάλειμμα του ευρωπαϊκού προβληματισμού του, κάνει και πάλι μια τολμηρή αναφορά στην εσωτερική σκηνή κατακεραυνώνοντας την πολιτική του υπουργείου Οικονομικών. «Μας ακούτε εκεί στο υπουργείο;;;!!!» επαναλαμβάνει την ερώτηση που τον έκανε γνωστό στο τηλεοπτικό κοινό, με εκείνη την φωνή-καμπάνα των πολλών ντεσιμπέλ με το ευδιάκριτο Πατρινό αξάν. Νέες επευφημίες, νέα δαιμονιώδη χειροκροτήματα, από ένα κοινό που δείχνει να δονείται από τον εμπνευσμένο λόγο του υποψήφιου Περιφερειάρχη.


Ώρα, όμως, να φεύγουμε, μιας κι έχουμε ήδη αργήσει στο ραντεβού μας. Θα χάσουμε το τέλος της ομιλίας – ενδεχομένως, δε, και μια χειραψία με την ιδρωμένη παλάμη του ομιλητή – αλλά ο χρόνος, δυστυχώς, μας πιέζει. Λίγο αργότερα, εξηγούμε το λόγο της αργοπορίας – το πόσο μας συνεπαίρνει ο λούμπεν πολιτικός μικρόκοσμος – χωρίς, όμως, να βρούμε την κατανόηση που προσδοκούσαμε. «Απορώ με την αντοχή σου, ρε μαλάκα, να παρακολουθείς Νικολόπουλο. Δεν τον αντέχω αυτόν τον στραβοχυμένο βλάχο ούτε λεπτό. Μου έρχεται να τον σβερκώσω και, έτσι βραχύσωμος που είναι, να τον σηκώσω ψηλά με τα πόδια του να κινούνται απεγνωσμένα στον αέρα. Και μετά, να προσγειώσω απότομα αυτή την κωλόφατσα στο έδαφος και να την ταράξω στις φάπες…» έρχεται το σχόλιο μόλις δηλώνουμε την αιτία της (μικρής) καθυστέρησης. Διόλου δεν μας εκπλήσσει η αποκάλυψη των μύχιων αυτών επιθυμιών του συνομιλητή μας. Πολύ, δε, περισσότερο που κατά καιρούς έχουμε γίνει αποδέκτες αποκαλύψεων και άλλων, πιο βίαιων σκοτεινών και σαδιστικών πόθων με εμφανές όσο και «ανορθόδοξο» σεξουαλικό περιεχόμενο, που φαίνεται να προκαλεί σε αρκετούς το μικροσκοπικό σαρκίο και η κουτοπόνηρη φάτσα ετούτου δω του πολιτευόμενου ανθρωπάκου. 


Friday, February 14, 2014

Δάκης: ο αειθαλής τροβαδούρος του Έρωτα



Του Αγίου Βαλεντίνου σήμερα, κι εμείς, ταγμένοι οριστικά στην υπηρεσία του συναισθήματος, βρίσκουμε μια καλή αφορμή να (ξανα)περιπλανηθούμε στα συναρπαστικά μονοπάτια του Έρωτα με οδηγό μας τον αισθαντικότατο ερμηνευτή Δάκη. Ο Βρασιδάκης «Δάκης» Χαραλαμπίδης αποτελεί μια από τις συμπαθέστερες παρουσίες του ελληνικού μας τραγουδιού· αλλά, ταυτόχρονα, και από τις διαχρονικότερες. Το να είσαι, όπως ο γερόλυκος Δάκης, πάνω από πενήντα χρόνια στην πρώτη (ή, έστω, και στη δεύτερη) γραμμή ενός τόσο απαιτητικού επαγγέλματος, εκτός από επιδεξιότητα, κότσια και επαγγελματισμό, θέλει και πολύ ταλέντο – κι απ’ αυτό ο Δάκης είχε πάντα μπόλικο.


Από τα πρώτα του μπουσουλήματα σε αυτό το όμορφο ταξίδι που λέγεται ζωή, ο Δάκης γνώριζε καλά ότι ήταν προορισμένος μόνο για το τραγούδι. Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου γεννήθηκε, ήταν που πρωτόδειξε την έφεσή του στη μελωδία, αφού ούτε η οικογένειά του δεν μπορούσε να τον σταματήσει από το να τραγουδά! «Σταμάτα και λιγάκι βρε Βρασίδα μου, θα βραχνιάσεις!..» επαναλάμβανε, διαρκώς, η γιαγιά του. Ο Δάκης, όμως, εκεί – συνέχεια το μυαλό του στο τραγούδι! Οι οικείοι του υποπτεύονταν ποια θα ήταν η (αναπόφευκτη) κατάληξη για ετούτο το γλυκύτατο παιδί. Και πράγματι, με την έλευσή του στην Ελλάδα όπου για πρώτη φορά – πραγματικό ξεπεταρούδι – τραγούδησε επαγγελματικά σε ένα πιάνο-μπαρ της Κηφισιάς ίσαμε σήμερα, ουδέποτε (ευτυχώς) άφησε από το χέρι του το μικρόφωνο.

 

Ο Δάκης αγαπά όλες τις εποχές του χρόνου αλλά κυριολεκτικά λατρεύει το καλοκαίρι, το οποίο, άλλωστε, έχει υμνήσει μοναδικά μέσα και από το τραγούδι. Ήλιος και θάλασσα δίνουν στον Έλληνα trovatore ευχάριστες διεξόδους από το μαγκανοπήγαδο του βίου. Καθόλου, λοιπόν, δεν εκπλήσσει ότι η συγκεκριμένη εποχή μπορεί και αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, και το ενδυματικό ζενίθ του ερμηνευτή. Φλούο χρώματα, πουκάμισα λαχούρι και φλοράλ από τη μέση και πάνω (καθώς και λευκό σακάκι – όποτε οι περιστάσεις το απαιτούν), ενώ από κάτω, λευκά παντελόνια (κυρίως βαμβακερά, αλλά ακόμη και λινά), και ακόμη πιο κάτω, ένας τυπικά θερινός συνδυασμός: λεπτές λευκές κάλτσες με ομοιόχρωμα υποδήματα.


Σεμνός και ακομπλεξάριστος, ο Δάκης ουδέποτε υποδύθηκε τον διανοούμενο ή τον υπηρέτη του «απαιτητικού» και εναλλακτικού ρεπερτορίου – κάθε άλλο. Δεν αρνείται, δε, να χαρακτηρίσει, αναφανδόν, αυτό το είδος ως «στρυφνό» και «δυσνόητο». Πόσα θα είχαν να μάθουν κάθε λογής ψευδοεπιφανείς «καλλιτέχνες» που έστρεψαν την πλάτη στο «ελαφρύ» θέαμα-ακρόαμα για να αναζητήσουν την «τύχη» τους στις ερεβώδεις ατραπούς της στραμπουληγμένης διανοητικότητας…


«Πολιτικά πού κινείται ο Δάκης;» αναρωτιούνται πολλοί. Σημαντικό – πέρα από εύλογο – ετούτο το ερώτημα, και πρέπει να παραδεχθούμε, χωρίς την παραμικρή διάθεση αυτοπροβολής, ότι διαθέτουμε και σ’ αυτό την απάντηση. Ο Δάκης γελά, και μάλιστα πολύ – επομένως σίγουρα δεν είναι αριστερός. Πόσο, όμως, δεξιός είναι; Άλλο ένα μεγάλο (υπο)ερώτημα… Κάποιοι τον κατηγοριοποιούν ως χουντικό. Βασίζουν την άποψή τους αυτή στο ότι ο χαμογελαστός καλλιτέχνης ήταν από τα αγαπημένα παιδιά της «επανάστασης», τον καλόν εκείνο τον καιρό που το ελληνικό τραγούδι διήνυε εποχές μεγάλης δόξης. Έχει βάση αυτή η άποψη. Εμείς, όμως, θα καταθέσουμε την πλήρη αλήθεια: ο Δάκης είναι νεοδημοκράτης – και μάλιστα από τους φανατικούς! Μόνο τώρα τελευταία κάνει ορισμένες παρασπονδίες στο ιστορικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, και αυτό λόγω της οικονομικής σφίξης που έχει επιφέρει η κρίση, η οποία έχει αποδυναμώσει το party identification ακόμη και του Δάκη!  


Αρκετά με τα πολιτικά, όμως. Το κοινό τα βαριέται, κι εμείς θέλουμε, τέτοιες χρονιάρες μέρες, να προσφέρουμε στους αναγνώστες μας αυτό που πραγματικά ζητούν. Επ’ αφορμή της γιορτής του Έρωτα, άλλωστε, αναφερόμαστε στον συγκεκριμένο καλλιτέχνη, οπότε ας επιστρέψουμε ταχύτατα στα καλλιτεχνικά (που θέλγουν και περισσότερο). Όσο κι αν φαίνεται παράξενο – και χωρίς ίχνος ειρωνείας – σε προσωπικό επίπεδο η αγαπημένη μας τραγουδιστική κατάθεση του Δάκη υπήρξε η διαφήμιση «σαπούνι Μαρουλιού» (δροσιά που ζωντανεύει /από άγρια λεβάντα / ανάσα του βουνού / απόλαυση στο μπάνιο / σαπούνι Μαρουλιού), στην οποίαν ο μεγάλος Αλεξανδρινός ερμηνευτής χάρισε τη μελωδική του φωνή, ώστε η τηλεοπτική αυτή ρεκλάμα να μείνει, έκτοτε και για πάντα, χαραγμένη στη μνήμη μας.


Ωστόσο, ο Δάκης δεν έγινε γνωστός και αγαπητός μόνο από το συγκεκριμένο σαπούνι του Παπουτσάνη. Πλήθος μεγάλων επιτυχιών έχτισαν μια αξιοπρόσεκτη καριέρα που έδειξε να αντέχει στον χρόνο μιλώντας σε εκατομμύρια ανθρώπων και γεννώντας τα ευγενέστερα και εντονότερα συναισθήματα στις καρδιές τους. Ποιος ερωτευμένος, επί παραδείγματι, δεν έζησε στο φουλ τον έρωτά του τραγουδώντας το «Μίλα μου»; Ποιος, άραγε, ένα γλυκό φθινοπωρινό απόγευμα, ρεμβάζοντας στη βεράντα του, δεν μπήκε στον πειρασμό να σιγοψιθυρίσει το «Τσάι με λεμόνι στο μπαλκόνι»; Ποιος, ας πούμε, χτυπημένος από τα ερωτικά βέλη, δεν χόρεψε, μια θερμή θερινή νυχτιά, στους ρυθμούς τού «Αυτό το καλοκαίρι»; Ποιος, λ.χ., φτάνοντας με τον ηλεκτρικό στο βόρειο τέρμα της γραμμής, δεν σκέφτηκε, συνειρμικά, το «Εκείνο το πρωί στην Κηφισιά»; Και ποιος άνδρας, σαν αντίκρισε τυχαία στον δρόμο ένα δροσερό κοριτσόπουλο, δεν έφερε σε μυαλό και χείλη το «Κορίτσι στάσου να σου πω»;  


Ποιος είπε, όμως, ότι ερμηνευτικά ο Δάκης κινείται αποκλειστικά στα πεδία του έρωτα; Αντιθέτως, αν και οπωσδήποτε έχει «πολιτογραφηθεί» ως ερωτικός τροβαδούρος, η γκάμα του απλώνεται σε ένα μεγάλο εύρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Ποιος, λ.χ., δεν κατανόησε εναργώς την σύγχρονη αδιέξοδη κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα μέσα από τους στίχους και τη μελωδία του «Αλαλούμ»; Αλλά ακόμη και εκείνοι που καταλογίζουν στα τραγούδια του Δάκη υπερχειλίζουσα ελαφρότητα και ασύγγνωστη αφέλεια (σάμπως και τα τραγούδια πρέπει αναγκαστικά να είναι βαριά και δύσπεπτα), τι έχουν άραγε να πουν για τη μεγάλη του επιτυχία, το περίφημο «Φιλοσόφησε», που οδήγησε πολλούς Έλληνες σε καλλιέργεια σκέψης και ενδοσκόπησης;



Από τους σεμνότερους και συμπαθέστερους καλλιτέχνες μας ο Δάκης, πάντα με ένα πλατύ γλυκό χαμόγελο στα χείλη, ουδέποτε είχε κακό λόγο για τον οποιονδήποτε, ενώ, σε γενικές γραμμές, απείχε από τους συνήθεις «πριμαντονισμούς» που ταλανίζουν (λόγω ναρκισσισμού και ανασφάλειας) τον καλλιτεχνικό χώρο. «Χρυσό παιδί ο Δάκης μου. Καρδιά μάλαμα. Μου χρωστάει την καριέρα του και το καλό είναι ότι το αναγνωρίζει, το παλικαράκι μου» θα δηλώσει (με γενναιοφροσύνη που καθόλου δεν εκπλήσσει) ο μεγάλος μας μαέστρος Μίμης Πλέσσας.

 

Το υπαινιχθήκαμε ήδη, αλλά ας το πούμε και καθαρότερα. Η οικονομική κρίση, όσο κι αν ακούγεται παράξενο, φαίνεται ότι χτύπησε την πόρτα και του Δάκη! Έστω κι αν, πρόσφατα, εξασφάλισε μια ικανοποιητική τιμητική σύνταξη που του απονεμήθηκε – δικαίως – από το υπουργείο Πολιτισμού. Ο καλλιτέχνης ζει πια μονίμως στην Κύπρο, αφού η Ελλάδα νιώθει πλέον να μην τον σηκώνει. «Δεν χτυπάει το τηλέφωνο για δουλειές στην Ελλάδα…» θα πει με την παρρησία που τον χαρακτηρίζει (αλλά και με κάποια πικρία), «… ενώ στην Κύπρο όλο και κάτι γίνεται». Ποτέ, όμως, δεν βγάζει την Ελλάδα απ’ την καρδιά του και όποτε μπορεί την επισκέπτεται – αρκεί να υπάρχει και δουλίτσα.


Όπως, ας πούμε, πέρυσι,  όπου στο (ταπεινό) μπαρ-εστιατόριο The Old Times, χωρίς κόνξες, δίχως βεντετισμούς, έχοντας στο πλευρό του τη σεμνή εργάτρια του ελληνικού τραγουδιού, Σόφη Ζαννίνου, έδωσε τον καλύτερό του εαυτό ερμηνεύοντας διαχρονικές επιτυχίες του, ενώ το κοινό κάθε άλλο παρά τού γύρισε την πλάτη, δημιουργώντας στον μικρό φιλόξενο χώρο της Κηφισιάς το αδιαχώρητο!


Άφησε, λοιπόν, το στίγμα του ο ρομαντικός ερμηνευτής στο ελληνικό, και ιδιαίτερα στο ερωτικό, τραγούδι; Μεγάλο ετούτο το ερώτημα, και απαιτεί την ανάλογη προσοχή ως προς την απάντηση που προτίθεται να δώσει κανείς, μακριά από πρόχειρες αποτιμήσεις και επιπόλαιες αξιολογήσεις. Εμείς, όμως, έχοντας ήδη επεξεργαστεί σε βάθος το θέμα, δεν θα διστάσουμε να απαντήσουμε: Ναι. Αναμφίβολα ναι. Και μάλιστα, κρίνοντας από την αγάπη του κοινού, πρέπει να άφησε στίγμα δυνατό, ενθύμημα μια ευγενέστερης και ρομαντικότερης εποχής που δείχνει, φευ, να έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Το πίστεψε ο Δάκης το ερωτικό τραγούδι. Κι έδωσε ακόμα και την ψυχή του σ’ αυτό. Θα περίμενε, ωστόσο, κανείς ότι, με τόσα ερωτικά τραγούδια-επιτυχίες στο ενεργητικό του, θα έδρεπε αντίστοιχες δάφνες και στο πεδίο του έρωτα. Και όμως… Ο καλλιτέχνης (ανύπαντρος για την ώρα), στην πραγματική του ζωή φαίνεται να μην τα κατάφερε στον συγκεκριμένο τομέα τόσο καλά όσο στο τραγούδι – και, προς τιμήν του, δεν το κρύβει. «Νομίζω ότι δεν έχω νιώσει ακόμα τον πραγματικό έρωτα!» θα εκμυστηρευθεί προκαλώντας έκπληξη. Η, τρόπον τινά, αποτυχία του αυτή μπορεί να ειδωθεί ως ένα από τα περίεργα, τα πολύ περίεργα παιχνίδια που παίζει στους ανθρώπους καμιά φορά η ζωή… Δυστυχώς, λοιπόν, ατύχησε στον έρωτα ο (κατά τ’ άλλα ερωτικότατος) Δάκης. Ευτυχώς, όμως, που, όπως για όλους μας έτσι και για το 71χρονο συμπαθέστατο γεροντοπαλίκαρο (που άλλωστε δείχνει να διατηρείται σε άριστη κατάσταση χωρίς, λ.χ., ούτε μια άσπρη τρίχα στο κεφάλι), στα ζητήματα του έρωτα ισχύει το «ποτέ δεν είναι αργά»…

/σχετικά άρθρα/
Ζει ο Μίμης Πλέσσας!

Sunday, February 2, 2014

Γνωστός πλέον στην Αντιτρομοκρατική ο νέος στόχος του Ξηρού!



Ραγδαίες οι εξελίξεις γύρω από την υπόθεση Ξηρού, μετά και τον εντοπισμό της κινητής γιάφκας του Παλαιού Φαλήρου. Η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία φέρεται να έχει υποκλέψει τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ τρομοκρατών που οδηγούν στον Χριστόδουλο Ξηρό ως εγκέφαλο της σχεδιαζόμενης επιχείρησης, καθώς και στην αποκάλυψη του επικείμενου στόχου. Σύμφωνα με καλά διασταυρωμένες πληροφορίες, ο στόχος της σχεδιαζόμενης τρομοκρατικής επίθεσης δεν ήταν άλλος από τον πρώην ευρωβουλευτή της ΝΔ και δημοσιογράφο Μανώλη Μαυρομμάτη! 


Αρκετοί εξέφρασαν επιφυλάξεις σχετικά με την ακρίβεια των πληροφοριών, αφού, όπως ισχυρίζονται, ο βαρύς οπλισμός που εντοπίστηκε στο όχημα μάρκας Opel Astra, το οποίο βρέθηκε παρκαρισμένο μπροστά σε μονοκατοικία επί της οδού Αγίας Κυριακής, κρίνεται αναντίστοιχος με το ειδικό πολιτικό βάρος του στόχου. «Μα αυτό είναι το δυνατό χτύπημα που υποσχέθηκε ο Ξηρός; Ο… Μανώλης Μαυρομμάτης, ένας τόσο ασήμαντος στόχος;» αναρωτήθηκαν. Τα φαινόμενα, όμως, απατούν. Γιατί, σύμφωνα με όσους γνωρίζουν τα παρασκήνια της εξουσίας, ο γνωστός δημοσιογράφος βρίσκεται στον στενό πυρήνα των συνεργατών του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά. Όπως λέγεται, βήμα δεν κάνει ο Αντώνης αν δεν ρωτήσει πρώτα τον Μανώλη. «Πιστεύω ότι επέλεξαν ως στόχο τον Μανώλη γιατί βρίσκεται πολύ κοντά στον Αντώνη. Είναι το μάτι και το αυτί του προέδρου. Θα έλεγα ότι ο “Μανόλο” αποτελεί το δεξί χέρι του πρωθυπουργού, ίσως και το “μυαλό” του, γιατί αφενός έχει στρατηγικές ικανότητες και αφετέρου μπορεί και αφουγκράζεται καλά την κοινωνία!» θα μας εκμυστηρευθεί γνωστός δημοσιογράφος που καλύπτει το κυβερνητικό ρεπορτάζ.

 

Ωστόσο, ο (σκουρόχρωμης κόμης) ειδήμων σε θέματα «ένοπλης πάλης» (και επί χρόνια συνθαμώνας του «Πάμπλο» στα τραπέζια της πλατείας Κολωνακίου), Χρήστος Χαλαζιάς (γνωστός στους φίλους του και ως «ο έγκυρος», από το γεγονός ότι εμφανίζεται να έχει αποκλειστικές και πάντα έγκυρες πληροφορίες περίπου για τα πάντα), φέρεται να αρνείται τη αξιοπιστία της πληροφορίας, θεωρώντας την ως κατασκευασμένη και προερχόμενη από τα χαλκεία των μυστικών υπηρεσιών. «Αποκλείεται να αποτελούσε στόχο των τρομοκρατών ο Μαυρομμάτης. Τα έχω πει χιλιάδες φορές. Οι οπαδοί του ένοπλου αγώνα έχουν ένα δικό τους ιδιότυπο κώδικα συμπεριφοράς, γνωστόν μόνο στους πολύ έγκυρους και ενημερωμένους, τον “κώδικά της μερικής οικειότητας”. Τα είχα πει και στον Δήμο Μάρκου Μπότσαρη τότε που κατηγορούσε τον Πάμπλο ως εγκέφαλο της 17Ν, αλλά δεν καταλάβαινε τίποτα. Με βάση αυτόν τον κώδικα, αποκλείεται να χτυπιόταν Μανώλης από “Μανώλη”». (σ.σ. αναφέρεται στο γνωστό ψευδώνυμο του Ξηρού επί των ημερών της 17Ν)

 

Ο Μανώλης Μαυρομμάτης είναι ξακουστός για το θάρρος του, ωστόσο αυτό δεν τον εμπόδισε, μετά και τις πρόσφατες εξελίξεις, να λάβει και τα μέτρα του. Πολλοί έχουν παρατηρήσει ότι, τις τελευταίες ημέρες, στα καφέ-μπαρ του Κολωνακίου ή της Πλάκας όπου συνηθίζει να κάθεται με τις ώρες για έναν καφέ ή για ένα λιτό σνακ (προς «αφουγκρασμό» της κοινωνίας), αποφεύγει συστηματικά («με εντολή Σαμαρά») τα εξωτερικά τραπέζια προτιμώντας τα μεγαλύτερης ασφάλειας εσωτερικά, όπου και ταμπουρώνεται (πάντα με καλυμμένα τα νώτα προς αποφυγή πισώπλατου ύπουλου κτυπήματος) έχοντας πλέον τα μάτια του δεκατέσσερα! Επιπλέον, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, εδώ και λίγο καιρό, εκτός από το όπλο της πένας το οποίο, ως γνωστόν, χειρίζεται δεξιοτεχνικά, φέρει επάνω του, για λόγους ασφαλείας, και άλλο όπλο – ένα περίστροφο! «Θαυμάσια! Ας τολμήσουν να κάνουν το οτιδήποτε στον Μαυρομμάτη και θα δουν τι τους περιμένει!» απείλησε οργίλος, σε café του Κολωνακίου και σε μια πραγματική έκρηξη αγανάκτησης, ο συμπαθέστατος (αλλά και επιθετικός όταν χρειάζεται) Μανώλης.

 

Πολλοί ήσαν εκείνοι που εξανέστησαν με τη στοχοποίηση του Μανώλη Μαυρομμάτη, αναλογιζόμενοι πόσο φτωχότερη θα γινόταν όχι μόνον η δημοσιογραφία αλλά και η πολιτική εφόσον δεν εμποδιζόταν τελικά το τρομοκρατικό κτύπημα, αφού, παρά τα χρονάκια του και κάποια εμπειρία ως ευρωβουλευτής, ο αγαπημένος όλων των Ελλήνων Μανώλης θεωρείται ένας από τους ανερχόμενους αστέρες της γαλάζιας παρατάξεως. Πολλοί, μάλιστα, παρομοιάζουν την περίπτωσή του με αυτή του Παύλου Μπακογιάννη, αφού και ο 73χρονος Μανώλης Μαυρομμάτης μπορεί μεν να μην δρέπει δάφνες πολιτικού στελέχους πρώτης γραμμής, εντούτοις κινεί τα νήματα – και μάλιστα με επιδεξιότητα – από τα παρασκήνια της εξουσίας!

 

«Ο Μανώλης υπήρξε ένας από τους πιο παραγωγικούς ευρωβουλευτές και είναι ένα πολύ δυνατό μυαλό – μυαλό που είναι σε θέση να γεννά ασταμάτητα πολλές και καλές ιδέες μεγάλης χρησιμότητας για την πατρίδα μας» θα δηλώσει απερίφραστα και με την γενναιοδωρία που την χαρακτηρίζει η (72χρονη) ευρωβουλευτής Ρόδη Κράτσα, για χρόνια συνάδελφος του Μανώλη στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και με σημαντικό έργο, και αυτή, στο παλμαρέ της.

 

Συναγωνιστής, δε, του Μαυρομμάτη από τα μετερίζια του da capo θα μας αποκαλύψει κατ’ αποκλειστικότητα: «Καθόλου δεν με εξέπληξε το νέο. Από καιρό αποτελούσε στόχο ο Μανώλης. Γιατί ποτέ δεν μάσαγε τα λόγια του και δούλευε μόνο για την Ελλάδα. Είναι πολλά χρόνια τώρα “pain in the ass” για όλα τα κέντρα και παράκεντρα εξουσίας, εντός και εκτός Ελλάδος, που επιβουλεύονται την πατρίδα και τη δημοκρατία μας. Κυριολεκτικά τούς έχει κηρύξει τον πόλεμο!». Ίσως γι’ αυτό, λένε κάποιοι, ο ακαταπόνητος Μανώλης Μαυρομμάτης να μην αποχωρίζεται σχεδόν ποτέ τα γιλέκα πολεμικού ανταποκριτή που, σε διάφορες αποχρώσεις, έχουν κολλήσει χρόνια τώρα επάνω του.