Η ένταση της χαιρεκακίας με την οποία υποδέχθηκε το κοινό την πτώση και διαπόμπευση των Βοσκόπουλων (του Τόλη και της Άντζελας-Αγγελικής) με αφορμή την αποκάλυψη μιας απλής φοροδιαφυγής (κάποιων λίγων εκατομμυρίων ευρώ), εκπλήσσει – αλλά μόνον όσους στερούνται μιας στοιχειώδους γνώσης της λαϊκής ψυχής. Πρόκειται απλώς για το τόσο διαδεδομένο φαινόμενο της ειδωλοφαγίας. Το κοινό ειδωλοποιεί κάποιους δυστυχείς συνανθρώπους μας (συνήθως ανασφαλείς, ελλειμματικούς και ευεπίφορους στην κολακεία) και κατόπιν τους κατασπαράζει απολαυστικά. Αυτό συνέβη και με το ζεύγος Βοσκοπούλου. Φρονούμε αδίκως. Γι’ αυτό και εμείς θα υπερασπιστούμε το λαμπερό ζεύγος – με διακριτικότητα πάντα.
Στην ιστορία της τέχνης, παραδοσιακά οι καλλιτέχνες είχαν τους χορηγούς τους. Γιατί όχι και στην Ελλάδα, το λίκνο των τεχνών και του πολιτισμού; Χωρίς χορηγούς, ως γνωστόν, ο καλλιτέχνης δεν «κελαηδά»… Ορισμένοι συνάδελφοι (στην τέχνη) του ζεύγους Βοσκοπούλου είχαν ανοίξει από παλιά πρώτοι τον χορό. Ένας κάποιος Σαίξπηρ, κάποιος Μιχαήλ Άγγελος, ένας άλλος που λεγόταν Μότσαρτ είχαν, μεταξύ άλλων, στον έναν ή τον άλλον βαθμό, τους χορηγούς τους. Δεν θα είχαν οι λαοφίλητοι Βοσκόπουλοι; Και ποιος άλλος καλύτερος χορηγός για το ζεύγος Βοσκοπούλου από τον ίδιο τον Λαό; Οι Βοσκόπουλοι, γνήσιοι καλλιτέχνες, είχαν όλα αυτά τα χρόνια προσφέρει πολλά στο λαϊκό κοινό. Η φοροδιαφυγή, επομένως, δέον να νοηθεί ως η χορηγία τους. Μια χορηγία που δόθηκε από όλους εμάς, τον λαό – έστω και ακουσίως. Όχι μόνο γιατί η καλλιτεχνική τους προσφορά αφορούσε αποκλειστικά το λαϊκό – το πολύ λαϊκό – στοιχείο· αλλά και γιατί αμφότεροι υπήρξαν (και παραμένουν) διαπρεπείς σοσιαλιστές – εξ ορισμού δηλ. φιλολαϊκοί. «Το φεγγάρι πάνωθέ μου…», τραγουδά, χρόνια τώρα, με λαρυγγισμούς, ο Τόλης. Χθες, ωστόσο, «πάνωθέ του» βρέθηκε η τσιμπίδα της εφορίας… Για να κάνει το καλλιτεχνικό ζευγάρι «ένα καράβι ναυαγισμένο»… Και ειδικά την Άντζελα «ένα σπουργίτι κυνηγημένο»…
Ο Τόλης υπήρξε, μετά βεβαιότητος, μεγαλύτερο λαϊκό μέγεθος από τη σύζυγό του. Ήταν ο λαϊκός βάρδος της καψούρας. Και η καψούρα, ως γνωστόν, πάει φούστα-μπλούζα με την ελληνική ψυχή, την πάντα λαϊκή. Αλλά και η Άντζελα δεν πήγε πίσω. Μπορεί να μην έκανε τελικά σπουδαία καριέρα στον χώρο του θεάματος (αν εξαιρέσουμε κανα δυο σήριαλ και μπόλικες βιντεοταινίες), ωστόσο είχε άλλου είδους καλλιτεχνική προσφορά και μάλιστα άκρως φιλολαϊκή. Την εποχή που δέσποζε με τολμηρές, ημίγυμνες πόζες στα σαλόνια των λαϊκών περιοδικών, είχε προσφέρει, άθελά της, τεράστια ανακούφιση στους νεολαίους της εποχής – ειδικά τους ένδοξους οπλίτες μας, όταν κάποιες κρύες μοναχικές νύχτες «φύλατταν Θερμοπύλες»… Η Άντζελα, όμως, πλήρωσε τον Τόλη. Γιατί την σνομπάρουν και την ειρωνεύονται λόγω του συζύγου της. Κι αυτό είναι άδικο. Της καταλογίζουν ότι αυτή, μια αρχιτέκτων-βουλευτής, νυμφεύθηκε «έναν λαϊκό», «έναν αγράμματο», όπως τον χαρακτηρίζουν. Μάλλον ανυπόστατη η κατηγορία. Λες και για να τραγουδάς λαϊκά άσματα χρειάζεται να έχεις διδακτορικό ή, έστω, να έχεις βγάλει το δημοτικό (αν και ο Τόλης, σύμφωνα με πληροφορίες, το δημοτικό μάλλον το έχει βγάλει...).
Όσοι επιτίθενται, κακεντρεχώς, εναντίον των Βοσκόπουλων έφτασαν μέχρι του σημείου να αφήσουν υπονοούμενα έως και για την ποιότητα της σχέσης του ζεύγους. Ας τους πληροφορήσουμε, λοιπόν, ότι ουδέποτε υπήρξε καλύτερη. Πολλοί, επίσης, ξέπεσαν τόσο ώστε να κατηγορήσουν τον Τόλη μέχρι και για την μεγάλη μπάκα και το διπλοσάγονο (προγούλι) που έχει αναπτύξει τα τελευταία χρόνια, κάνοντας κακόγουστα λογοπαίγνια για… γερά φαγοπότια. Ας τους πληροφορήσουμε, λοιπόν, ότι η μπάκα, καθώς και τα προγούλια, οφείλονται στο ατέλειωτο ουίσκι, τα φιστίκια και τα φουντούκια, καθώς και στα αναπόφευκτα γεροντόπαχα (κοντά στα 80 πια ο Τόλης).
Άδική, λοιπόν, η επίθεση στους Βοσκόπουλους. Άδικη και μνησίκακη. Γιατί το ζεύγος προσέφερε πολλά στον λαό – τόσα που δεν μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήμα. Ο Τόλης περισσότερο ψυχικά/συναισθηματικά (με τα τραγούδια του). Και η Άντζελα περισσότερα σωματικά/ανακουφιστικά (με τις φωτογραφίες της)…